Η χώρα μας προσποιείται όλο και συχνότερα. Και απομακρύνεται από κάθε μορφή εξουσίας. Μου φαίνεται πως όσο πλησιάζουμε στην επέτειο των δύο αιώνων από το 1821, τείνουμε να μοιάσουμε και με την τότε κοινωνική δομή της: δημογέροντες, οπλαρχηγοί, φιλέλληνες, γιουρούσια, σε λυσσώδη αντιπαράθεση μεταξύ τους, και φυσικά δάνεια, πολλά και έντοκα. Αν αρχίσω να διαχωρίζω ανάμεσα σε αυτά τα μελέτια την εσωτερική ψύχα του καθενός, δεν μου φτάνουν δέκα χιλιάδες λέξεις, που θα απαρτίζουν λίστες οι οποίες δεν πρόκειται ποτέ να διαβαστούν.
Η απόλυτη έχθρα και απαξίωση κάθε γκρούπας που αποπειράθηκε να κουμαντάρει τη χώρα, είναι το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των δύο αιώνων. Πάντα κάποιων η μαγιονέζα κόβεται και παλεύουν να μη τη χάσουν. Την ποθούν όχι επειδή νοσταλγούν τη νοστιμιά της, αλλά επειδή δεν έχουν δόντια. Οι τολμητίες, δολοφούνται ή αχρηστεύονται. Η υποκρισία βαφτίζεται «δαιμόνιο της Φυλής». Οι απόλυτα μαλακισμένες και αποτυχημένες προσπάθειες ανάκαμψης, επειδή δεν αντέχονται οι συνέπειές τους, βαφτίζεται «καημός της ρωμιοσύνης».
«Δεν τους πρέπει ελευθεριά» μουρμουρίζει εν τη αληθεία του, εκείνος ο «μπέκρας ομοφυλόφιλος» ποιητής.
Όλοι αυτοί οι ξένοι μεταξύ τους άνθρωποι, οι σεβόμενοι μόνον την προσωπική τους γεωγραφία, υποκρίνονται τους φιλανθρώπως ενωτικούς, ώσπου η μόρα και κασίδα της εξουσίας, να θίξει την ασυδοσία τους.
Εμείς όλοι, πέρα από πεποιθήσεις και φούμαρα, είμαστε φανατικοί αντίπαλοι της ετερότητας, που καθιστά εκείνην την διάρθρωση των πόλεων-κρατών της αρχαιότητας ελκυστικό μπισκοτολούκουμο.
Όλα είναι γεωγραφία, καταλήγω. Οδοιπορικά ολέθρια, που αντλούν δικαιοσύνη από το αίμα των άλλων.