Εξέπνεε ο παχύς μήνας Οκτώβριος και απολάμβανα τον Νοέμβριο, όπως η λεχώνα χαίρεται το λεχούδι της, αλλά ο βίος, δυστυχώς βραχύς. Μία από τις γλιτσερές συνήθειές μου είναι να γυμνάζομαι τακτικά, αλλά ιδιοτύπως. Ειδικά την τετάρτη μεσημβρινή, ότε μανικώς δοκιμάζω να κρατήσω κλειστά τα σαγόνια όσο κρατάει η εκπομπή Ακριβοπούλου-Κατσώχα. Η άσκηση πάει στράφι, διότι συνήθως μεταβάλλομαι σε κεχηνότα Χάνο.
Έτσι συνέβη και προψέ, αλλά δεν φταίγανε οι τακτικές προσωπικότητες της εκπομπής. Καθώς θέλησαν να μας ενημερώσουν για τις αγνές προθέσεις του επαπειλούμενου νέου Συντάγματος, προσκάλεσαν μια ακαδημαϊκή μορφή που έγραφε «πρόεδρος ΕΚΠΑ» στη λεζάντα, πάντως ήτο παρούσα με άλλα κομματικότερα στελέχη στην περιγραφή του περιγράμματος της ομαδικής εκείνης οργανικής συναντήσεως.
Θεοί, τι άκουσαν οι αυτάρες μου! Ώσπου να αποσώσει η λεκτουρατρίς, η ατθίς του πηκτικού λόγου, και να επιστρέψω στην αθλία μου ζωή, μου κόλλησε το κινητό, έχασα τις αποθηκεύσεις, ξέχασα ντιπ καταντίπ τον κωδικό ανάκτησης του icloud, πόθησα να φάω μπάμιες ή εσκαλόπ Χόφφμαν από «το στέκι του Νιόνιου» και τζιγεροσαρμά από το μαγέρικο δίπλα στο παλιό τέρμιναλ του ΚΤΕΛ στην Καβάλα. Ο εγκέφαλός μου έγινε ριγέ με φωσφοριζέ ανταύγειες, διότι η ακαδημίς ύπαρξη, μου έδωσε μια γονατιά (στις μοκάρες) και με ταξίδεψε στον άλλον αιώνα.
Βρέθηκα, που λέτε, σε μια ψευδογιάφκα φοιτητί εξτρέμ, ένα είδος hotspot επί χούντας, με ελεγχόμενη είσοδο, όπου τρώγοντας πιττόγυρα και πίνοντας σπουμάντε, αναλύαμε την πολιτική κατάσταση επί δεκατέσσερις τουλάχιστον ώρες και καταλήγαμε πρωνιάτικα στον σιδηροδρομικό σταθμό για να γευτούμε παγωμένο αμυγδαλάκι. Η παρέα έπρεπε να περιέχει στελέχη, τροτσκιστές του Χίλι, έναν τουλάχιστον εργάτη, έναν που έφερνε νέα από τους εμιγκρέδες εκ Γαλλίας και μία νύμφη με ινδικό καφτάνι.
Ο μισός αιώνας που πέρασε, δεν μου φάνηκε καθόλου βαρύς. Δεν ήταν απλώς «σα να μη πέρασε μια μέρα». Μήτε dt δεν είχε διασχιστεί έκτοτε.
Προηγούνταν βέβαια αστειάκια για τον Τρίτο Δρόμο, για τον Τσαουσέσκου, ένας έπαινος του περιπτέρου της Αλβανίας με ωραία πασουμάκια, ένας καυγάς ανάμεσα σε Κολλιγιάννηδες και Μαοϊκούς,αλλά το κύριο θέμα ήταν ο λαός και η μοίρα του.
Όπως στο δείλι της πρωτομηνιάς.
Η Μπελατρίς υποστήριζε ότι το νέο Σύνταγμα ήταν μια ανάσταση του τυραγνισμένου λαού. Που οι νέες προτάσεις, ακόμη κι αν ήταν προς το μπότοξ, θα κατέληγαν, όπως στα αξέχαστα χρόνια, σε ένα ευεργετικό Ζεροβιτάλ-τι λέω! Σε μια απαστράπτουσα κούτα ενέσεων Μπογκομόλετς. Γι’ αυτό θα μποδίζονταν οι βουλιαχτές σπάζοντας τη θητεία τους και άλλα, αναβιωτικά. Είπε πλήθος τέτοια. Αν ήτουνε μισόν αιώνα πριν, θα την πηγαίναμε στη «Δόμνα» για να ηρεμήσει, ή να ξαναδούμε το θρυλικό «πριμ» στον «Αίαντα».
Το σαγόνι μου επανήλθε όταν μπήκαν στο δωμάτιο ο Σκληρός, ο Μπεναρόγια, ο Καραβέλας του Θεοτόκη και ο Αστραπόγιαννος, οι αρχειομαρξιστές, ο Πουλιόπουλος και δυο κούτες βιβλιαράκια του Μάο στα ρουμάνικα. Μετά, αναρωτήθηκα: οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με το ζήτημα δεν είναι γεροσάψαλα ως η αφεντιά μου. Ακόμη και πενηντάρηδες σήμερα, ολίγα ξέρουν για εκείνες τις εποχές. Μορφώθηκαν η επιμορφώθηκαν μέσω βιβλιογραφιών που άργησαν. Πούθε κόλλησαν αυτά τα ιδιόλεκτα; Είναι μήπως παιδιά (σιτεμένα πλέον) εκείνων των συνάξεων της δικτατορίας, από γονείς εξαγορασμένους που επινόησαν την μελίρρυτη γενναιόφρονα αγωγή. Πώς άλλα ιδιόλεκτα χάθηκαν και σβαρνίστηκαν βάναυσα και πόμεινε ένας στοιχειωμένος καημός της ρωμιοσύνης, ένας στραβοξυλιασμένος ιστορισμός «αγώνων» που κατέληξαν σε κατουρημένες ποδιές και εμβληματικές μεταστροφές προς «μυαλωμένες» ηλικίες, καθώς δεν έμεινε μήτε κολυμπηθρόξυλο να στηρίξουν τις γελοίες αιτιάσεις τους;
Τίποτις δεν είναι, μου απαντά η σκεπτομορφή μου. Τέτοιους εγνώρισες, τέτοιουνοι παραμένουν. Στο βάθος, είναι γκέισες. Λυωμένες από τα τυπικά ντεκόρ του λειτουργήματός τους. Κι αυτοί του τότε και οι απόγονοί τους, όσοι πιστεύουν ακόμη στον μπαμπά, στη μανούλα και στα παππούδια, επί γενεές δεκατέσσερις θα υπάρχουν. Μόνον μία ημέρα στις τόσες, κάνα φάντασμα του Γιόσκα Φίσερ , του ΚονΜπεντίτ και των Σαρτρικών, -Γκονταρικών, θα θυμούνται τα παλιά και θα επιστρέφουν στις συνεστιάσεις. Του θανάτου.