Είναι μια σαραπατράκα, μια καρβουνιάρα μηχανή που φτύνει αιθάλη και οι θερμαστές μαλώνουν με τις φωτιές.
Ξεκίνησε τον βίο της στο καράβι που αγόρασε μεσοπέλαγα ο Φιλέας Φογκ για να προλάβει ένα στοίχημα, και την κουβάλησαν σε ένα αυτοσχέδιο ατμοκίνητο πριονιστήριο στο Μάντσεστερ για να παραχωρηθεί το καζάνι της σε ένα μουσείο βιομηχανικής τεχνολογίας στα Βαλκάνια του ΕΣΠΑ.
Βάσει της μοντέρνας μουσειολογίας, που για να πέσουν πεκουνια, πρέπει να γίνεται επίδειξη σε μαθητές και ασκητές του περιβάλλοντος, ανάβουνε καμιά φορά με εφημερίδες και ροκανίδια μια ψευτοφωτιά και λένε στους πολιτιστικούς τουρίστες την ιστορία των πνευμονιόκοκκων της εργατικής τάξης, από του Κάρντιφ τα νερά, στον Παράδεισο του Τζιαν Μαρία Βολοντέ.
Την λένε, χαϊδευτικά και δημόσια χλεύη.
Η μηχανή ξερνάει ιστορίες. Διότι το μουσείο πήγαινε για φαλιμέντο, αν δεν αναλάμβανε την διεύθυνση ένας αλληλέγγυος πιτσιρικάς, ήρως των σταρτάπς, που σοφίστηκε να κονσερβοποιήσει την ασβόλη, την καρβουνιά, το μπρικ και κάτι μηχανέλαια σε δοχεία ατομικά του κιλού αλλά και σε συσκευασίες των δύο στόουνς (για συλλόγους).
Είναι υλικό πολύ πιο αποτελεσματικό από τα τρικάκια που σκορπάν οι Ρουβικώνοι, αλλά και τα σπρέι των ενστόλων. Με το υλικό αυτό, πατσαλείβονται οι στοχευμένοι ένοχοι των επτά θανάσιμων αμαρτημάτων και προκαλούν τον οίκτο αυτωνών που περιμένουν να γαμήσουνε τον αίτιο, κουνώντας την ελαιώδη μαλαπέρδα τους καταπρόσωπο απάνω του. Το «απάνω του» προφέρεται α λα μανιέρ της Γεωργίας Βασιλειάδου.
Ανοίγουν τις κονσέρβες με τη λασπουριά και σπέρνουν λεκέδες παντού. Η κοινωνία που τρέμει με το παραμικρό και καλύπτει πομπές επειδή η κολλεγιά ήταν πάντα το ισχυρότερο κίνητρο για να τακιμιάσεις με κάποιον, αρχίζει και βγάζει εμετικά παρακλάδια.
Κανονικά, η υπόθεση Γεωργιάδη λύνεται όπως το σκάνδαλο Κήλερ του 1963, αλλά πού να ψάχνετε τι ήταν. Παραιτήσεις εννοώ, ενίοτε δραματικές, θυσίες ζώων, ηθικοπλαστική μαγεία και το σύστημα συνεχίζει και παράγει παιδεραστίες και ψωνίσματα άμωμο, αναίσχυντο, ειρηνικό.
Αυτό που πρόσεξα είναι εκείνος ο μαύρος, μυξωμένος λώρος που ενώνει τα θρύμματα της ακροδεξιάς με το κατ΄επίφασιν «συνταγματικό τόξο». Ο Σύριζα καταγγέλει, ο Μητσοτάκης νομίζει πως αμύνεται και η ακροδεξιά συμφωνεί για το άτοπο της υπόθεσης και βαράει με μουσκέτα.
Μυρίστηκαν πως υπάρχει μικρή πιθανότητα να φύγουν ψηφαλάκια προς τον ακροδεξιό χώρο και λάλησαν από προσδοκία και χαρά. Ενώ είναι καθαρά ζήτημα ανικανότητας του κόκκορα σε αυτό το κοτέτσι.
Ο Μητσοτάκης φροντίζει κοτόπουλα που αναγνωρίζει, αλλά παραμελεί τις κλώσσες που κακαρίζουν.
Δεν ξέρω τι γράφουν οι δημοσκοπήσεις, αλλά σε τέτοιες συνθήκες, ξεμπερδεύεις αστραπιαία από τέτοιες καταστάσεις, μένεις με το «πνεύμα και ηθική» (του Αυλωνίτη, όχι του Σαβοναρόλα) και προχωράς, έστω και λαβωμένος. Ο κατήφορος είναι δεδομένος, λασπωμένος και δεν έχει φρένο. Μήτε ο Τζουάν Βισκούντης ήταν τίμιος και πιστός, αλλιώς θα ήταν λιγότερο έκδοτος στα ταμάχια του.
Η δέκατη Μούσα, υπάρχει, τηνε λένε Καρβουναρού και δεν είναι αμάρτυρη αλλαχόθεν.