Δεν ξέρω να υπάρχει χώρα με τόσο λίγες πόλεις να φιλοξενούν ποτάμι, ή ρέμα και να μην το έχουν μπαζώσει, όσο η απέθαντος Ελλάς. Ο φόβος της «πλημμύρας του αιώνα», καθώς απαντάται από παππού σε δισέγγονο, δεν είναι ποτέ αρκετός. Θρύλοι για φουσκωμένους χειμάρρους που κατάπιαν οικισμούς στην αρχαιότητα, είναι μάλλον σπάνιοι, και συνήθως αφορούν μαντεψιές σωστές που αγνόησαν άφρονες κάτοικοι.
Κατά κανόνα, ο ποταμός και το ρεματάκι παραμένουν δημόσια αγαθά, άρα γλυτώνουνε οι δήμαρχοι τις απαλλοτριώσεις, δις άρα σκεπάζονται ως δρόμοι, διατηρώντας έναν καρμίρη οχετό για τα μάτια, αν κάποιος μεκάνικος σκεφτεί μη και συμβεί καμιά ζημιά στην διάρκεια της καρριέρας του.
Βέβαια, βόσκοντας στις ειδήσεις, είναι ζήτημα να μη πνιγεί ένας ή δύο οικισμοί κάθε χρόνο από θεομηνία, όπως λέμε ευφραντικά τους σκυλοπνίχτες. Και δε λέμε να βάλουμε μυαλό από τα συχνά τοπωνύμια που αναφέρονται σε περιοχές συσχετισμένες με νερό που ρέει η λιμνάζει.
Για να μην υπερβάλουμε, το φαινόμενο δεν είναι τόσο συχνό όσο ένας πεντάρης σεισμός, αλλά σίγουρα συχνότερο από μια συνειδητή καταστροφή αρχαιοτήτων.
Η «διευθέτηση χειμάρρου» και τα «έργα αποστράγγισης» δεν είναι δημοφιλή. Πάντως, επειδή ζημιώνονται περιουσίες, πνίγονται άνθρωποι και ζώα και καθυστερούν αποζημιώσεις, εύκολα τα αποδίδουν οι σοφοί του τόπου στην «ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή». Ένα πνεύμα μοιρολατρείας και καταγγελίας εργολάβων, συνδυάζεται με την «κατάρα των αυθαιρέτων», κι ας έχουν πάμπολλα συφοριασμένα χτισμένα οικόπεδα κανονικές άδειες από την πολεοδομία.
Από τον ξηροχείμαρρο του βίου μου, έχουν περάσει πλήθος καμμένα, πνιγμένα και χαλασμένα τοπία. Δεν θυμάμαι, αλλά μπορεί και να λαθεύω, κάποιον οργανισμό ή υπηρεσία που να κατηγορήθηκε για κάτι, παρεκτός η κακιά η ώρα.
Κι όταν οδηγώντας παλαιότερα σε διάφορα ρυμοτομικά, έπεφτα σε ελαφρές καμπυλότητες οδικών χαράξεων, πάντα μελαγχολούσα αποκαθιστώντας θεωρητικά έναν παραποτάμιο ρομαντικό περίπατο με παγκάκια, γκαζόνι και κλαίουσες, διστάζοντας να κατηγορήσω τον κακό μας τον καιρό, επειδή το αστικό τοπίο της χώρας μου μοιάζει συχνά να παράγεται από δημιουργούς που ασχολήθηκαν ένα πεντάλεπτο με την σχετική «ανάδειξη».