Μοναστηράκι, από το pause στο play
28-05-2020

Κάπου είχε κοπεί η ταινία, ενώθηκε με βερνίκι νυχιών, γυρίστηκε με στυλό μπικ και άρχισε η μουσική από εκεί ακριβώς που σταμάτησε. Κρος Τάουν Τράφικ, ο Χέντριξ με μάσκα βάζει και ξαναβάζει στα χέρια ντετόλ, ακουμπάει κόσμο και αυτοκίνητα με παράθυρα κλειστά.

Τα μαγαζιά όμως είναι ανοιχτά. Ο θαμπός ήχος της χιλιογραμμένης κασέτας.

Μια πολύχρωμη βαβούρα και επιχειρηματίες σε προβληματισμό. Σε ρωτάω τι θα γίνουν τώρα, τόσα σακουλάκια ελιές σε vacuum, τόσες μινιατούρες από τις Καρυάτιδες, όλα αυτά τα παιδικά φουστανάκια με το χρυσό μαίανδρο που ανεμίζουν πάνω από τα κεφάλια μας. Σαπούνια ταϊσμένα ευκάλυπτο και λεβάντα μένουν και αυτά απούλητα στα πανέρια.

Οι ιδιοκτήτες κοσμηματοπωλείων δεν περίμεναν τον κορωνοϊό, είχαν από πριν τραπεζάκι έξω, χέρι στο σαγόνι και βλέμμα κάτω στην δερμάτινη εσπαντρίγια. Βλέπεις λειώσαμε βέρες, βαφτιστικούς σταυρούς, χρυσά δόντια από μασέλες της προγιαγιάς.

Και οι μεγάλες μπράντες φιγουράρουν σε αγγελικά κορμιά. Βικτόρια, κρατάς ενα σίκρετ; Φοράμε βρακιά από τη λαϊκή.

Κι εσένα που σου είπαν ότι θα δουλεύεις 12 μέρες το μήνα και θα πάρεις 200 ευρώ, δεν θα δώσεις τα 10 να πάρεις μπλουζάκι με στάμπα Μπομπ Μάρλεϊ να καπνίζει μαριχουάνα. Στοπ. Θα δώσεις όμως 10 ευρώ να πάρεις κανονική μαριχουάνα σε ποσότητα όσο ένα σπιρτόκουτο, από εκείνον τον τύπο που το παίζει τρελός και παραμιλαει και δείχνει να τα έχει χαμένα αλλά κάθε άλλο. Τα έχει όλα πάνω του.

Και οι κράχτες, στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν, φιμωμένοι με τη μαύρη μάσκα κάνουν κάτι σαν παντομίμα, αλλά εσύ πεινάς, κοιτάζεις τις σούβλες που φέρνουν γύρω, τα καμμένα λίπη είναι οι σειρήνες.

Θλιμμένα κοίταζε κι ο μουσάτος με τις αρβύλες και τα στρατιωτικά κράνη, το υπόγειο δεν είχε καν αναμμένα φώτα, αφού ο εχθρός είναι αόρατος.

Πήραμε παγωτό και χαζέψαμε τα βινύλια. Στην πλατεία Αγίας Ειρήνης δεν άλλαξε τίποτα: έχει κολλήσει η κασέτα.