Μια κλέφτρα κίσσα
06-01-2020

Ποτέ ή σπανίως νεκρολογώ συγγραφέα, μουσικό ή εικαστικό. Σκιάζομαι. Αλλ΄όχι από φόβο «έκθεσης». Σα να είμαι σε σαλόνι Λουί Κατόρζ, χωρίς περούκα, πομάδες, και κυρίως ανίκανος να εκμάθω το τέλειο χτύπημα της κεφαλής με ένα ακαριαίο χτύπημα που σκοτώνει μια ψείρα όπως συνήθιζαν οι επιδραστικοί Πατούληδες της εποχής.

Γενικά, περιμένω να ταφεί ή να αποτεφρωθεί το σώμα που μετέφερε την δική του διάνοια και επίνοια, τελείως βουβός, παρεκτός και υπήρξε αδερφοποιτός και με πνίγει το πένθος. Για ανθρώπους που είχα μια βραχεία γνωριμία, ανεξάρτητα από την καλή η κακή γνώμη που απέκτησα από την εμπειρία, προτιμώ κάποια άλλη στιγμή, συνήθως μήνες και χρόνια μετά την αποδημία, να σχολιάσω κάτι τρυφερό ή ουδέτερο ή επίπεδο -δεν είναι ποτέ ο θάνατος μέρος της Συμπληγάδας που θα τον λυώσει μέσα μου.

Επίσης, καμία σημασία δεν δίδω στο άν κατηγορείται κάποιος από έναν δριμύ στίχο του Αναγνωστάκη ή από μια δήθεν εκ του μακρόθεν παρατήρηση του Χωμενίδη για τον Θάνο Μικρούτσικο. Έχω την εμμονή να πιστεύω πως αυτό που είναι να βγει από την επίνοιά μας είναι αμάσητο ή ξερατό, και θα βγει τον θεό μπάρμπα να έχουμε. Και ασφαλώς ισχύει το διχόγνωμο ή το ποικιλόγνωμο που εξέρχεται από την ίδια πηγή -δυο φορές ασχολήθηκα με τη μουσική του Θάνου, αρχικά, αρχές του 80, πειρακτικά και αρκετά χρόνια αργότερα, εγκάρδια και επαγγελματικά.

Σε κάθε περίπτωση, παρακαλώ, ας σταθούμε μακριά από την καταλαλιά, το τσιτσιλαριό, και βέβαια τις πολιτικές εκτιμήσεις. Δεν το αξίζουν, μήτε ο θίγων, μήτε ο θιγόμενος. Διότι την διαδοχή των εντυπώσεων, καλά την ξέρετε. Ξάφνιασμα, τάση για άμεση πρώτη αντίδραση, σκανάρισμα βασικών στιγμών της ζωής του απελθόντος, σπόλια της πρώτης η της έμμεσης επαφής, κι έπειτα, χαλαρή συζήτηση με φίλους, και είσοδος στα νερά της  Στυγός, χωρίς βαρκάρη και χαρώνειο. Και αργότερα, κάποια άλλη γενιά, ή αποτίμηση, θα εμφανιστεί μονόστηλη ή δίστηλη, όταν ήδη το Αιγαίο θα ανθίσει με περισσότερους νεκρούς στις Αργινούσες. Η μεταθανάτια συζήτηση πάνω στην πράξη μιας κηδείας, με παραπέμπει σε μερικά νεκροταφεία μακριά από τα αστικά κέντρα, όπου κοράκια, σπίνοι και σουσουράδες ενεδρεύουν για κόλυβα και παξαμαδάκια δίπλα σε καφέδες παρηγοριάς. Μακριά από κλέφτρες κίσσες, καταλήγω.