Σαν κακός μαθητής που βαρέθηκε να προσπαθεί για βαθμό, αφου δεν βρίσκει νόημα, σαν αριστούχος μαθημένος στα «μπράβο» που πιάστηκε αδιάβαστος, σαν μπατιρημένος επιχειρηματίας που κρατάει το τουπέ του προσπερνώντας τον άστεγο, σαν υπουργός που ξέρει και δεν το μαρτυράει, σαν έμπορος που φυτοζωεί εξαρτημένος από τον άκεφο, κακοπληρωμένο λογιστή του, θα πέσει η πρώτη νύχτα του 2018.
Στα άκεφα κεφάδικα των εορταστικών προγραμμάτων, πλαισιωμένα από συνταξιούχους γίγαντες της σόουμπιζ και παροδικές, ντυμένες στην πένα, στο καντίνι μοντέλες, τα τσιφτετέλια ερμηνεύονται ως σκυφτετέλια, παρωδώντας κάτι μεταξύ κινήσεων του χορού της κοιλιάς και πυκνών βλεμμάτων που αναζητούν τον βολικότερο καμεραμάν.
Όπως όταν, κλείνοντας οι Συμπληγάδες, αφήνουν να κυλήσει στον Βόσπορο ένας λαχνός από φτερά περιστεριού, μαγική δοκιμή της «Αργούς», έτσι και τα μέτρα, τα αντίμετρα, και τα θερμόμετρα, σκορπίζουν μπιλίτσες υδραργύρου, αφήνοντας έναν ολόκληρο λαό στο «περίμενε».
Ήδη, η Ιστορία απαιτεί να επινοηθούν οι εμπνευστές της. Ο Κατρούγκαλος θεωρεί ευτυχή την περίοδο που έχτιζε με αλεύρι και κανναβούρι την οργανωμένη του απάτη. Κι εκειός ο κατιγιτί που οργάνωσε, πάνε χρόνια πλέον, τον ΕΝΦΙΑ, δεν έχει πρόβλημα να καυχηθεί στον παρουσιαστή του μέλλοντός του.
Μεγάλα και μικρά κόμματα, έστειλαν ένα σύγλινο υποσχέσεων, όλα το ίδιο, προς το 2019, δηλαδή την γλύνα, το σκέτο λαρδί, την άρτυση, με υποσχέσεις πως θα μαλακώσουν οι δανειστές, μάταια όλα.
Και έπαψε να ακούγεται οποιαδήποτε λέξη υπέρ μιας κακογαμημένης, έστω, διακυβέρνησης. Στήθηκε, ωσάν ηρώο μοντερνί, στο Φάληρο, ένα σενάριο πως θα υπάρξει μείωση σταις φορολογίες και μετά, μούγκα στη στρούγκα.
Το ρήγμα, σφραγίστηκε διότι. Οι τράπεζες που τάιζαν την νεοελληνική απάτη, δεν κινδυνεύουν πιά. Είκοσι πτωχεύσεις να παθαίνουμε το δευτερόλεπτο, στ΄αρκίδια τους. Το Χρέος, είναι ιδιοκτησία του ελληνικού λαού, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Οι δεκαετίες ορίστηκαν, οι επενδύσεις έχουν μια βορειοαφρικανική εσάνς, τα συσσίτια και τα ελέη πλαστών περισσευμάτων, ηρεμούν τα πνεύματα. Συντούτοις, μα τον Τουτάτις, η ελληνική υπόθεση διεθνοποιήθηκε και αναμένουμε σε ποιόν θα πέσει το γιάντες ή το νόμισμα στη βασιλόπιττα.
Ανάμεσα στο «ευκολάκι» μιας εξέγερσης και στην ομαδική παράκρουση, εμφιλοχωρεί έναν αδυσώπητος εμφύλιος, όπου η Συρία θα μοιάζει κατάληξη μπερεκετλήδων και του Παραδείσου.
Πρώτα θα πάρουν τον πούλο οι ευνοούμενοι των Ρώσων. Όχι εντελώς, θα τους επιτραπεί να πουλάνε κηραλοιφές. Μετά, θα σιγήσει η ματαιοπονία της έκδοσης βιβλίων και οι παρουσιάσεις τους. Τέτοια, ένα σωρό. Οι ευημερούντες αριθμοί, στις εξαγωγές, στις αφίξεις τουριστών, στις αγορές ακινήτων, θα συναγωνίζονται την συστηματική αντιπάθεια των γειτόνων, που ξέρουν πλέον τι μελό είμαστε.
Απαισιοδοξία και γκρίνια ενός μωμόγερου; Κάθε άλλο.
Κάποια στιγμή θα γονατίσει η φρεναπάτη και μακάρι η επερχόμενη βία να ποτιστεί μόνο με το δικό μας αίμα, των απομάχων.
Και στο ρημαδιό της κλίκας που διαχειρίζεται την εξουσία ομονοούσα και άκαρπη, θα έρθουν, μιλώντας σπασμένα ελληνικά τα σημερινά παιδούδια, τα εγγονάκια μας.
Θα ανακαλύψουν καταρράκτες, στυλιάρια από πυράκανθο, στίχους του Κάλβου και λεπίδες από το διαλυμένο Σώμα του Εγγονόπουλου. Θα τους πάρει η μυρωδιά από το ραγάζι, από το σκουπόχορτο και από το καμάρι της περδικομάνας που θα βάζει στη σειρά τα περδικόπουλα. Θα λείψουν τα «ουάου» και τα «θεά!» και τα «φρουρά».
Οι νέες επενδύσεις θα έχουν ισοπεδωθεί και οι πανεπιστημιακοί θα βρίσκουν «ενδιαφέρουσες ακυρώσεις της ανάστατης πραγματικότητας» στον Σεφερλή και στις παρέες του Αυτιά. Δεν θα είναι μια άλλη Ελλάδα. Θα είναι η ίδια Ελλάδα, πιστή στην κατάποση κάθε εξαπάτησης. Αλλά, πιστέψτε το, θα είναι πιο όμορφα. Στοργικά και μάταια. Όπως συμβαίνει συνήθως.