Ξέρω πως δεν είναι της μόδας, αλλ΄όποτε ακούω Έλληνα επίσημο να αναφέρεται σε μία ζείδωρο, φιλική αγκάλη που λέγεται «διεθνές Δίκαιο» παύω να παρακολουθώ. Ειδικά αν αυτές οι γλωσσοκοπανιές τελούνται σε κάποια επίσημον ημέραν με δάφνες και ενστόλους και σοβαροφάνεια.
Στο αφανές λεξικό των εκφραστικών όρων, οι αναφορές αυτές ανήκουν στην ομοταξία της μπαλαφάρας.
Εντάξει, το έχουμε χούι να ασκούμε διάφορες τεχνικές μελοδράματος. Αλλά τα φαινόμενα φοβικής αντίδρασης προς μία πραγματικότητα που δεν είναι αρεστή, δεν είναι ανάγκη σώνει και καλά, να καλύπτει όλο το δέρας της ζωής. Παρατηρώ τον βίο δημοσιογράφων, ηθοποιών και ποικίλων επαγγελμάτων. Σπανίως άξιζαν σίτιση στο πρυτανείο, αλλά τώρα, το αταξικό άρχισε να μειώνεται υπέρ ενός δικτύου διοχέτευσης ονείρων, που κι αυτά είναι χλομή ανταύγεια κακόγουστων απομιμήσεων. Και δεν αναφέρομαι σε βραβεύσιμα γένη ή σε τιμημένους γέροντες και γερόντισσες που δε λένε να καθήσουνε σε ένα παραγώνι, σκαλίζοντας μια φωτιά.
Αναφέρομαι, απλά και δίκαια, σε μια συλλογική παρανάγνωση. Πριν να αρχίσεις να παινεύεις έως λιβανισμού ένα εικαστικό έργο, μάλλον θα πρέπει να του ρίξεις μια ματιά. Εδώ περιπαθείς στρατηγοί αισθάνονται ότι μας μεταφέρουν την κατάσταση στο Κομπάνι, έχοντας ως εμπειρία μιαν εκδρομή στη σπηλιά του Νταβέλη.
Προσποιούμεθα ανεπιτυχώς πως μας απασχολεί η ζωή. Ε, δεν είναι και η καλύτερη περίοδος να γράφεις, να διαβάζεις, και κυρίως να διαβάζεις αυτά που άλλοι γράφουν. Πάντως η χώρα και να γέμιζε συνηγόρους με δικαστική τήβεννο, δεν σημαίνει πως θα είχε την παραμικρή ιδέα τι εστι «διεθνές δίκαιο».
Ας μείνουμε στην ιδιωτεία του κράτους των εμπόρων. Πολλή βρώμη, πάρα πολύ βρώμη, λεπτοκόκκαλες υστερικές με εδραία άποψη, ηχητικό υπόβαθρο από τα Άγραφα και τα άγραφα, αλλά με μικρόφωνα δεμένα εν σχήματι φιμώτρου και το Κομπάνι, Κομπάνι.