Καλότυχοι οι νεκροί
25-12-2019

Μνήμη Νατάσας Χατζιδάκι και Μιχάλη Μήτρα

Tην εποχή της ακμής του άλλου αιώνα, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον Μιχάλη Μήτρα.΄Ηταν θυμωμένος και μαζί εντυπωσιασμένος. Θεωρούσε τον «στολισμό» του μετρό των Αθηνών με οστά τεθνεώτων, πράξη βέβηλη και τελείως ψευδοδιακοσμητική, και αγωνιζόταν να δημιουργήσει ένα ρεύμα συμπάθειας για τις απόψεις του.

Όντως, έκαμα μια περατζάδα σε σημεία που μου υπέδειξε και κράτησα σημειώσεις. Δεν ήταν ακριβώς «μνημείωση» και συντήρηση της νεκρής ύλης, όσο μια παροδικά σχολιασμένη στρωματογραφία. Και με την εξαίρεση ενός δωματίου στην αιχμή μεταξύ Ηλεκτρικού και Μετρό, όλο το άλλο σκηνικό, ήταν στην ουσία πάνελα κάθετα τοποθετημένα, απρόσιτα στο βάδισμα, που παρά το βάρος τους, δεν δημιουργούσαν στατικά προβλήματα.

Αλλά βέβαια, καμία ένδειξη ή αίσθηση πως ο υποψήφιος χρήστης μετρό έμπαινε σε άδυτο, σε ταφική σποδό, σε χώρο κούφιας γης. Εξήγησα στον τότε Μιχάλη (ό Χάρος γαρ ενέδρευε στο ζεύγος που γνώρισα πολύ παλαιότερα) πως  το όλον μου φαινόταν μια προσφορά τιμής Βρεττανών ντιλετάντηδων προς το «γαλλικόν βλακόπνευμα» που ενοχλούσε βαθύτατα έναν Περικλή Γιαννόπουλο.

Προσπάθησα να αραιώσω την πίεση που αισθανόταν, απαριθμώντας του παρουσίες σκελετών μέσα σε ταφές στις οποίες έτυχε να διεισδύσω και την αίσθηση του αποκλεισμού που βίωσα σε ταφικές κρύπτες, υπό το motto «φεύγετε τα υπόγεια».

Διότι τα κρανία, όταν βρεθούν γεμάτα χώμα και κίτρινα ριζίδια, δείχνουν φαντασματωδώς ζωντανά και σου κόβουνε τα ήπατα, αν δεν σας έρθει ταμπλάς.

Αυτή η ανάμνηση ξεπήδησε ως σκεπτομορφή από την καούκα μου, καθώς από τότε που ανακινήθηκε και πάλι ζήτημα διατήρησης in situ αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου, ένα εγκεφαλικό παράρτημα του είναι μου, δούλευε αρρύθμιστο και φασαριατζήδικο ολημερής κι ολονυχτής, θαρρείς και όργωνα αγροτεμάχιο για να φυτέψω στίχους ποιήματος.

Και κάθε τόσο, η «μελέτη», ένα πολυσέλιδο εργολαβικό παρασκευαστήριο απόψεων, που για εμάς που υπήρξαμε μαστοράντζες, κρίνω ότι πρέπει να διαβάζεται ως αγρός επιχειρημάτων για να μη πραγματοποιηθεί κάτι, αλλά ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε πως χάσαμε το κλειδί της επινόησης, άρα μπουκώνουμε περίτεχνα το κείμενο με ενστάσεις που μπορεί εύκολα να καταλάβει ακόμη και ένας πολιτικός που τέλειωσε κάποια σχολη τεχνικού προσανατολισμού.

Με δυο λογάκια, τι φοβόσαντε οι συντάκτες της;

 

Το βάρος της υποδομής κάτω από το σταυροδρόμι!

Γι ΄αυτό και εισηγούνται απομάκρυνση και μεταφορά, προκειμένου να «σκάψουν» όλην την υποδομή (αυτή που τάχα μου «κρύβει» ρωμαικούς και ελληνιστικούς θησαυρούς) ώστε επιστρέφοντας ο decumanus κατά 92%, να επιστρέψει σταθεροποιημένος σε πάνελα αυτοφερόμενα, και να λειτουργήσει ως πολύ ελαφρύτερο  στοιχείο στην «αρχική» του μορφή.

Βέβαια δεν έχουν καμία διάθεση να μπούνε σε σοβαρή συζήτηση πως μπορεί να γίνει και να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, αν εντέλει είναι πρόβλημα.

Δεν καταλαβαίνουν πως αποκλείεται οι αρχαιότητες να λειτουργήσουν όπως στην αρχαιότητα. Δεν θα είναι επισκέψιμες, αλλά μέρος του οπτικού θεάματος.

Η λύση με την πλειοψηφική της εσάνς, ανήκει στον τύπο του «φέξε μου και γλύστρησα». Είναι λύση μπατάλικη, ανελλήνιστη, αμαθών εγκεφάλων μπάλωμα, ομοιότυπη διαφόρων υποθέσεων εργασίας για τον τύμβο Καστά.

Είναι τερατώδες να κατέβουν τόσα μέτρα κάτω από τη γή, σύριζα σε τέτοιον αρχαιολογικόν θησαυρο! Ακόμη πιο τερατώδες, είναι να ποντάρουν στην παχυλή αμάθεια!

Ούτως ή άλλως, η διατήρηση των αρχαιοτήτων προαπαιτεί μετακίνηση του βασικού ορύγματος έστω και κατά λίγα μέτρα! Κανενός δεν περνάει από το μυαλό πως οι αρχαιότητες πρέπει να διατηρηθούν οπωσδήποτε και ο μόνος, πράγματι οικονομικός, ασφαλής και πρακτικός τρόπος είναι το διαζύγιο αρχαιοτήτων και σταθμού!

Φυσικά, το κανναβούρι που προσφέρει η μπετατζίδικη Φυλή, στα αυταρχικής δεξιάς καναρίνια, είναι η αόριστη εικόνα πως αναμένονται εξαίσια κασσάνδρεια και αντιγόνεια, αμή και Θεσσαλονίκεια ευρήματα εποχής Φιλίππου του Ε, ενώ έως σήμερα, μόνον η υπόθεση εργασίας του Βελένη ισχύει, για μια μακρόστενη ελληνιστική Θεσσαλονίκη, μακριά από το παραλιακό θαλάσσιο μέτωπο, ενώ παράλληλα αναζητήθηκαν και εν μέρει βρέθηκαν στοιχεία ελληνιστικών οικισμών, 26 από τους οποίους μετά τον Κάσανδρο σχημάτισαν την Θεσσαλονίκη. Η οποία είχε και νεώρια (που μπορεί να κάηκαν) αλλά και αργότερα έγινε η πλέον ευανδρούσα των μακεδονικών πόλεων επί ρωμαιοκρατίας. Και είναι άκρως απίθανο να συμμάζεψε ο Κάσσανδρος 26 πολίχνια και να μη έλαβε ως βάση του πολεοδομικού σχεδιασμού του ένα η περισσότερα πολίχνια, όπου «επικάθησε» η μεταγενέστερη Θεσσαλονίκη, ώς έπραξε ήδη στην Κασσάνδρεια – Ποτίδαια, αλλά και ο αδελφάκος του στην Ουρανίων πολη -Σάνη, από το Ξηροποταμινό μετόχι κατέναντι Αμμουλιανής που έφτανε έως την ακρόπολη των Ακανθίων.

Επειδή μιλάτε με άσχετους (που ωστόσο, λόγω μακράς εμπειρίας, πρόθυμα υιοθετούν εναλλακτικές λύσεις) νομίζετε πως θα λυθούν τα βρακοζώνια μας επειδή θα μας απειλήσετε με βάρος και σεισμούς!.

Πόσο μπετατζήδες είστε! Πόση εμπιστοσύνη στις «μελέτες», το πιο αχρείο σύστημα αξιών που εξεβλήθη από ανθρώπινη μήτρα!

Υπάρχουν μελετητές «κλείνω τρύπες», μελετητές τύπου «δε γαμείς, θα τα βολέψω» και υπερφυείς κουμανταδόροι του χώρου, με ατράνταχτη, τρισδιάσταση, στερεομετρική σκέψη. Είμαι ευτυχής που συνεργάστηκα με πολλούς από αυτούς. Και δυστυχής για τους καλοβολεψάκηδες που γεμίζουν σελίδες με το πνεύμα των μισθοφόρων.

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε την πίκρα της ζωής. Όπου κι αν βρίσκεται, σε όποια χολή η μέλι διχασμένο, εκείνο το ζευγάρι που γνώρισα σε έναν νεκρόδειπνο στην Δεξαμενή, την Νατάσσα Χατζιδάκι και τον Μιχάλη Μήτρα, ας τρίξουνε τα κοκκαλάκια τους αφαιρώντας το πένθος του θανάτου.

Υπάρχει τράτο, είτε καρσί στην προτομή του Ιασονίδη και κόντρα στο πλάτωμα στο Μπεζεστένι, είτε μια μπούκα στον πεζόδρομο των Χαλκοπρατείων, έγγιστα στην παλαιά γαμψή οδό των Αγίων Τεσσαράκοντα, κατέναντι της παλαιάς Πυρικαύστου Εβραΐδος, όπου το κατώφλι της Θεοτόκου Περιβλέπτου Χαλκέων, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τον Δεκουμάνο αλλά και την «εξέδρα» κάτω από τα λουτρά «παράδεισος».

Η κατά χώραν διατήρηση δεν είναι πράξη καταλλαγής και αντίδραση στο εργολαβικό άχλα – άχλα, που όλως παραδόξως, ψαλλιδίζει τα όνειρα του εμπορικού κόσμου.

Είναι πράξη δικαιοσύνης έναντι των κατοίκων που εντέλει μας παραδώσανε μια πόλη, όση και οία.

Η κορούλα του κατεπάνω Λαγουβαρδίας, ελέγετο Κατάκαλη. Όπως το βλαχοχώρι, της Ανδρωνίας έγγιστα διακείμενον κατά την Άννα Κομνηνή.

Κι αν δυσπιστείτε αδίκως προς τους αρχαιολόγους, να εμπιστεύεστε την βλάχικη επίνοια. Ακούτε άραγε ω, γαρασδοειδείς ρινότμητοι παεζάνοι η ο Αδόλφος σας χαϊδεύει τα μαλλιά, ερειδόμενος επί πλειοψηφιών τύπου πυρπολημένης καγκελαρίας;