Στην νεογοτθική διάλεκτο «η τιμή και η γκαντεμιά όταν κυβερνούν οι δεξιοί». Είμαι σε θέση να γνωμοδοτήσω επ΄αυτού, καθώς από Παπάγο σε Καραμανλή, κι από Καραμανλή σε Ράλλη, κι από Μητσοτάκη, έζησα 20 από τα 52 χρόνια του παλαιού αιώνα, κυβερνημένος από την δεξιά. Δεν βάζω, ανκαι πολλοί το κάνουν, μήτε την χουντική επταετία (που συγγενεύει με τον πλανητικό ποσαδισμό), μήτε την Σημιτική περίοδο του εκσυγχρονισμού (όπου οι αριστερές νησίδες είχαν αποξηρανθεί) στον λογαριασμό, οπότε τα χρόνια γίνονται 34.
Κατ΄αρχάς, οι άνθρωποι υπήρξαν νικητές του Εμφυλίου και αυτό τους στοίχειωσε. Διάλεξαν τη Δύση συνειδητά, και μόνον στις απαρχές της διαδικασίας συνέπλευσαν με την αίσθηση της Νίκης. Όποτε προσέγγιζαν, αργότερα, την ακροδεξιά, το έπρατταν για να την αφομοιώσουν. Έως το 1980, το κατάφερναν. Μετά, το κλίμα άλλαξε, έγινε βροχερό και αναγκάστηκαν να δεχτούν κεντροδεξιούς τόνους.
Ωστόσο, ταυτίστηκαν με κοντράλτες φωνές ενός μουσικού θιάσου. Είτε κυβερνούσαν, είτε όχι, ταυτίστηκαν με την εξέλιξη, την ανασυγκρότηση, την τήρηση αρχών, τον ήχο της μπουλντόζας. Πάντα θεωρούσαν την Ορμή (όπως την «Ελάν» του στρατηγού Νιβέλ) καθεστωτικό τους προτέρημα. Δημόσια έργα, έργα υποδομής, βιομηχανία του σινεμά, του τουρισμού,του εξηλεκτρισμού,αργότερα του νεοφιλελευθερισμού. Για πολλούς, ο μεταπολιτευτικός Καραμανλής τους φάνταζε «σοσιαλμανής».
Στην εξωτερική πολιτική που δεν είχε σχέση με το ΝΑΤΟ ή με τον Γκωλισμό και τα παρακλάδια του, κατάφεραν να ανακινήσουν το Κυπριακό και να μη το επιλύσουν, ενώ ο προφανής Τιτοϊσμός τους, περιόρισε την διαβαλκανική συνεργασία στους βαλκανικούς αθλητικούς αγώνες.
Τα νησιά και οι εξορίες διατηρήθηκαν. Τα πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης συνεχίστηκαν, ενώ η μετανάστευση και η αντιπαροχή, συνυπήρξαν. Αλλά βέβαια, αυτά, έφθιναν με τον καιρό. Υπήρχαν επιδραστικές οικογένειες και στην πολιτική ήταν αδιανόητο να ακμάσουν αλεξιπτωτιστές. Αλλά η Ελλάς ως χώρα των ονείρων, των «Ξενία» και επισκεπτών όπως ο Μίκι Χάργκιτεη και ο Ρόμπερτ Μίτσαμ, έδιναν ένα λούστρο.
Γενικά, οι ορμητικοί τζώρες ήταν σε εκτίμηση, ενώ οι ήπιων τόνων αρχηγέτες είχαν την καθόλου κολακευτική κατηγορία του «χαλβά» ή του «αδύναμου».
Και ποτέ των ποτών. Σιθάσπιδες, μη λησμονηθεί πως στη “ρεκλάμα” αυτού του χώρου, η εντολή επικρατεί του διαλόγου. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, η αρχή των συλλογισμών τους είναι ελαφρώς ταχύτερη των “άλλων”.
Period
Πέρασαν τα χρόνια ωσάν το νεράκι και στον αιώνα (σας) υπήρξαν πέντε χρόνια νεοκαραμανλισμού, τρία πολιτικής Άνοιξης με προσθήκες και από τον Ιούλιο μια νέα δεξιά κυβέρνηση. Σε πολλά μου θυμίζει, αλλ΄όχι πασιφανώς, ιδιότητες αποκτημένες από την δεκαετία του πενήντα. Οι διαφορές πάντως είναι προφανείς. Οι νέοι ηγέτες είναι τεχνοφρικιά, υπάκουοι στον αρχηγό, βιαστικοί λόγω οδηγιών και επιβήτορες παλαιών κεντρώων απολειφαδιών. Αλλά αυτά έχει το επάγγελμα. Οι αντίπαλοι, δηλαδή ο Σύριζα, δεν μοιάζει να έχουν αποφασίσει ποια στάση θα κρατήσουν.
Αλλά ουλές στο Σύστημα, υπάρχουν και μάλιστα δύο είναι οι πιο σημαντικές. Πρώτη, μια εσωτερική κάψα, ένα όχημα που δεν είναι για πολλά στροφιλίκια και γερές αναρτήσεις, αλλά μοιάζει να δουλεύει, όσο βρίσκεται στην επάνω στιβάδα των ειδήσεων. Βέβαια βιάζονται να προσωποποιήσουν υπέρ του προέδρου τους τα πάντα, αλλ΄αυτό δεν θα ευτυχήσει επί μεγάλο διαστημα.
Δεύτερη ουλή, και τελειώνω. Λέγεται Σαμοθράκη. Ενα μοναχικό νησί που υπέστη έναν σεισμό, έμεινε μέρες πολλές χωρις θαλάσσια συγκοινωνία, τα τρόφιμα και οι τουρίστες μπεζέρισαν, βρέθηκε τσάτρα πάτρα μια μορφή λύσης, αλλά το νησί έχει και θα έχει πρόβλημα. Τα δυό μαστόδοντα που το εξυπηρετούσαν ως άγονη γραμμή και έχουν βλάβη, ακόμη να φτιαχτούν. Ενας βεριτάμπλ υπουργός εμπορικής ναυτιλίας και νησιωτικής πολιτικής, θα σκίζονταν, αν ήταν δεξιάντζα της δεκαετίας του πενήντα, θα σκίζονταν να βρει πλεούμενα, να ναυλώσει ακόμη και το αράπικο καράβι της μόστρας από τον Ντουμπάι, θα έστελνε τρόφιμα με τράτες και μπαρκομπέστια, και με κήρυξη έκτακτης ανάγκης, θα έστελνε από αρματαγωγά έως και ποστάλια από άλλες γραμμές, κι ας έπηζαν στο τάλαρο λόγω δεκαπενταύγουστου, παύοντας αυθωρεί τον «ανάδοχο» και τις βλάβες του. Διότι τόσο η Συνέπεια, όσο και η Ασυνέπεια, κοστίζουν, ξέρετε.
Αλλά αυτό δεν πρόκειται να γίνει. Μια ματιά στον ιδιοκτήτη αυτού του «στόλου» και στα καράβια του, κατέστησε άτονο το βλέμμα του υπουργού κυρίου Πλακιωτάκη. Υπάρχουν μερικά παθήματα που δεν γίνονται μαθήματα. Και οι ψηφοφόροι της Σαμοθράκης είναι σχετικά ολίγοι, άσε που οι τουρίστες ψηφίζουν αλλού. Και βλέπω πως δεν υπάρχει έντονη κριτική “στην Εταιρεία”, αλλά πταίει τώρα η Καμαριώτισσα, που πάσχει το λιμάνι της.
Γι΄αυτό και «ίρτζι» σημαίνει αξιοπρέπεια και «φελέκι» ατυχία. Και στην περίπτωση της Δεξιάς, και του όντως ποικίλου έργου που προσέφερε στη χώρα διαχρονικώς και με την ψήφο του ελληνικού λαού, μερικά βλέμματα που δεν προσανατολιζονται στο θαυμασμό ηγετών, είναι σχετικά παγωμένα. Και μιλάμε για την αρχή.