Η τελευταία γυναίκα
09-03-2018

Περπατάω. Περνάω μπροστά από ένα ζευγάρι που φιλιέται. Εκείνος λίγο πιο ψηλός από εκείνη, εκείνη στέκεται στις μύτες των ποδιών. Τους έχει πιάσει η άνοιξη. Ή ίσως κάτι εντελώς ανεξάρτητο από εποχές, κάτι που έχει εγκαθιδρύσει την εντελώς δική του εποχή.  Προσπαθώ να μην τους πολυκοιτάω. Τότε βλέπω αυτό το κοριτσάκι ελάχιστα πιο ‘κει. Που πρέπει να είναι λιγότερο από τεσσάρων. Που δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις δικές μου ευαισθησίες, καθώς τους κοιτάζει με προσήλωση. Δεν ξέρω πώς να περιγράψω την έκφρασή του. Έχει κάτι από θαυμασμό, κάτι από δέος, κάτι από επιδοκιμασία, κάτι από χαρά, σχεδόν τίποτα από σκανδαλισμό. Χαμογελάει αλλά όχι πονηρά. Το θέαμα δεν την κάνει να κοκκινίζει, δεν της προκαλεί συστολή ή αμηχανία. Αγοράκια στην ηλικία της και στη θέση της μπορεί να χαχάνιζαν ή να έπαιρναν το βλέμμα από το ζευγάρι. Το κοριτσάκι κολλά το βλέμμα στην αγκαλιά και το φιλί, το βλέμμα του ρουφάει την εικόνα, μια εικόνα όμως σαν προκαταγεγραμμένη. Είναι σαν η αγκαλιά και το φιλί να είναι ήδη μέσα της ένα ιδανικό. Ο ρομαντισμός θα πεθάνει μόλις πεθάνει ο τελευταίος άνθρωπος. Ή έστω η τελευταία γυναίκα, όσων χρονών κι αν είναι, τεσσάρων ή εκατόν τεσσάρων.