Η Τέχνη μακρά, αλλά συνήθως σώζει.
23-01-2018

Δεν μπορώ να μην επικαλεστώ εκείνα τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, όταν οι Οθωμανοί αποφάσισαν πως το φρόνημα των χωριών θα έπρεπε να εκφράζεται με ομαδική δήλωση στις Αρχές ότι επιθυμούν την παραμονή στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή την προσχώρηση στην Βουλγαρική Εξαρχία.

Τα χωριά διάλεγαν «φρόνημα» για μύριους λόγους.  Τον φόβο, την πίστη, κι άλλα πολλά. Συνέβαινε για τελείως ιδιωτικούς λόγους μια βουλγαρόφωνη φαμίλια ή μια γραίκικη, να επιχειρούν αρκετές μεταστροφές, ανεξάρτητα από το ιδιόλεκτό τους. Η βία, ήταν ακόμη ένα επακόλουθο: οι φαμίλιες που δεν ανήκαν στην πλειοψηφία, έφευγαν, αν δεν ήθελαν να δολοφονηθούν, κάποτε αποτρόπαια.

Κι έφτασαν, δάσκαλοι και παπαδάσκαλοι, άλλοι φτερωμένοι ιδεολόγοι, άλλοι πράκτορες με οδηγίες και δούλευαν μέσα στους μαθητές. Το πρώτο μέλημα, ήταν να συσταθεί βουλγάρικο ή ελληνικό σχολείο. Και φρόντιζαν να παρέχουν την ανάλογη ύλη.

Από καιρό, τα ίδια συνέβαιναν με τους Βλάχους και τα χωριά τους, που είχαν να δεχτούν συστάσεις η πιέσεις είτε να μείνουν υπέρ Ελλήνων, είτε να δεχτούν την κατήχηση Μαργαρίτη τινός και των οπαδών του. Αλλά αυτά, άλλη φορά.

Τα αντάρτικα σώματα, τα προξενεία, οι επισκοπές και οι μηχανισμοί πειθούς και μεταστροφής, δούλευαν ρολόι. Δολοφονίες συντελεστών, δεν ήταν ασυνήθιστες, συνήθως οργανωμένες από κομιτάτα.

Κάθε μιλέτι, θεωρούσε τους αλλουνούς «ξένη προπαγάνδα». Η κάθε εθνική προσπάθεια συμπεριλάμβανε χαλκεύσεις, όπως φύτεμα επιγραφών, που επιβεβαίωναν ή βίαζαν μεσαιωνικές πηγές. Από νωρίς, κυκλοφορούσε πως ο Λατινόφρων Ιουστινιανός λεγόταν ως παιδί Ουπράβδα. Και οι είκοσι περίπου αυτοκράτορες, τετράρχες, που  κυβέρνησαν την Ρώμη και την Νέα Ρώμη, εκ Βαλκανικών πόλεων και χωριών, έπαιρναν το μεράδι τους. Περιηγητές, συγγραφείς και δημοσιογράφοι περιόδευαν, καλεσμένοι των κρατών, και έβγαζαν βιβλία υπέρ του ενός ή του άλλου κράτους. Ή και λειτουργούσαν με θερμή πίστη στην «Ιδέα». Κυκλοφορούσαν και ωραίοι χάρτες. Υπέρ δικαίων, πάντοτε.

Τι τους έλεγαν στα σχολεία, εκτός τα χρήσιμα; Τους εμφύτευαν φρόνημα. Ο όρος ήταν γνωστός από το Βυζάντιο. Εκείνο το «οι τα Ρωμαίων φρονούντες». Οι Λατινόφρονες. Οι Σαρακηνόφρονες. Και στα αρχεία, υπάρχουν αρκετές επιστολές ομολογίας και μεταστροφής.

Το βιβλίο «Συμβολή εις την διγλωσσίαν των Μακεδόνων» του Τσιούλκα, εκ Μοναστηρίου, έδειχνε πλήθος σλάβικων λέξεων να έλκουν από τα ελληνικά την καταγωγή. Κυκλοφορούσαν και προφητείες, κατάλληλα γραμμένες από τους κατάλληλους ανθρώπους που κατέληγαν όχι μόνον στην ερμηνεία του παρόντος, αλλά προέλεγαν το μέλλον κάθε πλευράς.

Η ελληνική πλευρά, τιμούσε και συχνά περιελάμβανε τον Αλέξανδρο και την πανελλήνια εκστρατεία σε όλα αυτά. Οι  ήρωες κάθε τόπου ήταν πάντα εξ αρχαίων. Κάθε μιλέτι και το σύνταγμα των Ηρώων του. Οι Έλληνες πλεονεκτούσαν, επειδή είχαν τους πιό παλιούς και πιο ένδοξους πατέρες στην Ιστορία τους.

Τελευταίο τμήμα αυτής της «λεηλασίας συνειδήσεων»: όταν φάνηκε πως οι δύο πλευρές δεν μπορούσαν να κουτουπώσουν η μία την άλλη, βασίστηκαν και στην πίεση ενός εσωτερικού μετώπου που έπρεπε να μείνει αρραγές. Όποιος ψώνιζε από μαγαζί των αλλωνών ή υπήρχαν υπόνοιες πως αλληθώριζε, τον έπαιρνε ο διάολος της εκκαθάρισης. Αποτέλεσμα: σε κιτάπια οπλαρχηγών, οι απώλειες του εχθρού αν ήταν μία ή δύο, οι απώλειες των «υπόπτων» ήταν δύο η τρεις.

Δεν παραθέτω πηγές. Δεν χτίζω πεποιθήσεις. Να διαβάζετε τα πάντα και να συμπεραίνετε, ανάλογα το μυαλό που κουβαλάτε. Αλλά τους «Μακεδόνες» απ΄τον βοριά και του βοριά τα κύματα, οι Έλληνες της μικράς και εντίμου Ελλάδος τις φύτεψαν στους γραικομάνους. Ενώ οι άλλοι, τα δικά τους πρότυπα, τραγούδια, παραδόσεις.

Δεν έχω άλλα κοινοποιήσιμα. Tη Μακεδονία, από εμάς τηνε μάθανε. Όχι από τον Τίτο ή τον Τσακαλάρωφ. Το τι απόγινε και πώς εξελίχτηκε η υπόθεση, έναν Ταρκόφσκην θέλει. Και πάντοτε, αποβραδύς πεισματικά διαβασμένον, τον Κωνσταντίνο Καβάφη.