Εμύρισεν την σαπονισμένη παχουλή κορασίδα, και ένιωσεν την γλυκερή ευωδία αυτής, από σάποναν και λίπος γενάμενη, να του προκαλεί όχι ερεθισμόν, αλλά μιαν αποστροφήν διότι τον παρέπεμπε σε πράγματα που δεν ήτο ιδαίτερα περιπετειώδη.
Η ευανάγνωστη αφή του κόρφου της, τον έφερνε σε μία κατάστασην αποχαυνωτικά αναπηρική, να περιμένει ακίνητος φροντίδες και ταχταρίσματα που θα τον οδηγούσαν σε βέβαιο πνευματικό θάνατον, μετά τις πρώτες μέρες.
Αποφάσισε να υμνεί άπιαστες μελαχρινές μούσες, μέχρι τα κοράκια να φάνε το κορμάκι του, το τόσο ταλαιπωρημένο του κορμί.
Ίσως η ζωή να του επιφύλασσε, μια κάπως καλύτερη συμπεριφορά, αλλά κι αυτός, δεν θα καθόταν και με σταυρωμένα τα χέρια.
Είχε διασώσει κι ασφαλίσει τα φιλιά του, και ένα δραματικό τέλος, ήταν κάτι που πραγματικά, δεν του προκαλούσε καμία απολύτως υπερηφάνια .
Ωστόσο, απομακρύνθηκε από το καλόβολο και αναπαυτικά πανεύκολο χαμόγελό της, αφού πρώτα της χαμογέλασεν κι ο ίδιος.
Δεν ήταν φυσικά το πάχος, που έκαμε τον Τελεφόν Δημητράκη να τραπεί σε φυγήν.. αλλά η χοληστερίνη στο βλέμμα της. (Αυτή και μόνο αυτή.)
Ετικέτες: ανθρώπινες σχέσεις