Η Θέτις
16-08-2019

«Τῆνος δὲ πόλιν μὲν οὐ μεγάλην ἔχει», γράφει ο Γεωγράφος στο δέκατο βιβλίο του «τὸ δ’ ἱερὸν τοῦ Ποσειδῶνος μέγα ἐν ἄλσει τῆς πόλεως ἔξω θέας ἄξιον, ἐν ᾧ καὶ ἑστιατόρια πεποίηται μεγάλα, σημεῖον τοῦ συνέρχεσθαι πλῆθος ἱκανὸν τῶν συνθυόντων αὐτοῖς ἀστυγειτόνων τὰ Ποσειδώνια».

Ο Στράβων, στα πρώτα αυτοκρατορικά χρόνια, αναφέρει για το νησί μια ζώσα παράδοση. Λάτρης εξάλλου της Μητέρας Θεάς από τη γενέτειρά του, δεν θα απορούσε, που λίγα χρόνια  αργότερα, κι ενώ η αρχαιότητα ξεθύμαινε υπέρ νέων δοξασιών, τα πελάγη γέμισαν εικόνες της Μητέρας που ταξίδευαν στον αφρό της θάλασσας, και φώτιζαν σπήλαια, η θαυματουργούσαν. Η Προποντίδα και το Αιγαίο, εξάλλου, ήξερε πως ανθεί νεκρούς αδίκαστους. Σ΄αυτό το Αιγαίο, οι Φυλές και τα γλωσσικά τερετίσματα δεν έλεγαν να λείψουν, να υποταχθούν σε κάθε νέο πολιτισμό.

Δεν ξέρω τα συμβάντα των Ουρανών, αλλά από τις Γραφές, πείθομαι πως αυτό που δεν εξατμίστηκε ποτέ, ήταν η ανθρώπινη συμπεριφορά.

Καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ γάμος ἐγένετο ἐν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἦν ἡ μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ ἐκεῖ· ἐκλήθη δὲ καὶ ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὸν γάμον. καὶ ὑστερήσαντος οἴνου λέγει ἡ μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ πρὸς αὐτόν· οἶνον οὐκ ἔχουσι. λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι; οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου.λέγει ἡ μήτηρ αὐτοῦ τοῖς διακόνοις· ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν, ποιήσατε.»

Εξαίσια εικόνα: το δόγμα είναι στα σκαριά, ο γάμος φουντώνει και η Μητέρα κοιτάζει εύγλωττα τον Παράκλητο: τέλειωσε το κρασί. Ο Ιησούς δεν το παίρνει ελαφρά. «Γύναι» προσφωνεί τη μάνα του. Εκείνη, ατάραχη. Το θαύμα θα γίνει. Καλεί το προσωπικό να ακολουθήσει οδηγίες.

Θυμήθηκα, ενώ οι τελετές έτρεχαν κατά το τελετουργικό μοιρογνωμόνιο, μια μακρυνή εποχή που τραβούσα ζόρια απίστευτα, οπότε η μάνα μου συναντάει σε μια περίσταση έναν γνωστό της, παροδικώς επίσημο. «Τι κάνετε, κυρία μου;» ερωτά ο ερίφης. «Τι να κάνουμε, πικραμένοι είμαστε» απαντά εκείνη.

Πληθυντική έκφραση, καταλάβατε; Ο Φανούρης και το σόι του, οδηγεί το σόι σε απόγνωση. Η πίκρανσις γίνεται οικογενειακή. Και πρέπει να διατυμπανιστεί. Για κάτι τέτοια και διάφορα άλλα, παραμένω μοιρολάτρης ως προς την μεταλλαγή και τον μεταβολισμό των ηθών. Η Θέτις αγγίζει το πηγούνι και το γόνατο του Διός, ως υπέρτατη χειρονομία παράκλησης.

 

Τι κι αν η ρεπόρτερ που ανέλαβε την περιγραφή της τελετής, δεν ήξερε τι ακριβώς είναι ένα «μεταγωγικό;» Τι κι αν στα βένθη κείται το «Έλλη» τυμπανιαίο, τορπιλισμένο προώρως στο ανθισμένο πέλαγος; Τι ζητά ο μέλλων Περιφερειάρχης Αττικής στο πένθιμο γιορτάσι των ψυχών; Γιατί όλα έμοιαζαν με το φινάλε της ταινίας «το τελευταίο Ψέμμα» του Κακογιάννη; Που πήγε η λογική αξυρισιά τριών ημερών του πρωθυπουργού; Γιατί ατακτεί και θορυβεί τηλεοπτικώς ο «οικολόγος» τέως υπουργός της χαμένης Σελήνης;

Τι μας εμποδίζει να ντυθούνε οι επιχώριοι Ποσειδώνιοι, μύστες με πιστοποιημένες στολές και χλαμύδες, να γενεί ένα δρώμενο αρχαιοπρεπές, να γεμώσουν τα εστιατόρια;

Ο Ποσειδώνας και η Ευαγγελίστρια, αναμετρούν τα κύματα.

«Νήσος τις εστι» αλλά δεν είναι η Τήνος. Είναι η Εύβοια, παρατημένο μακρυνάρι που σώζει την Αττική από χιονιάδες, με καμμένη καρδιά και υπόνοιες εμπρησμού και άλλα, τελείως παραδοσιακά φαινόμενα; Πότε ο Αγιόκαμπος θα γεφυρωθεί με τη Γλύφα για να πάψει το πέταλο του Μαλιακού να ρουφάει τζάμπα κι άδικα μπετζίνες;

Ποτέ των ποτών, είναι η απάντηση. Η Εύβοια θα παραμείνει παρόμοια με σουβλιστό σφαχτό να περιμένει στην ερημιά της την καρβουνιά.

Επειδή στην Εύβοια κείται το Ληλάντιο πεδίο, όπου πρώτη φορά συγκρούστηκαν συνασπισμένοι Έλληνες σε εκ παρατάξεως μάχη.

Αχ, καλέ ξέχασα. Δεν είπαμε στη Θέτιδα να μεσιτεύσει. Κάποια άλλη φορά, σε κάποια άλλη ευκαιρία.