- Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ήτοι ατελώς την περίοδο Παπάγου μετά την Κορέα, διάβαζα, ως ξύπνιο σκατό, εφημερίδα («Μακεδονία» αργότερα και «Δράση») και, δεν ξέρω το γιατί, ήμουν προσκείμενος στον Ολυμπιακό και στους φίλους μου, τον Τέλη Τσιρέλη, την γειτονοπούλα Πατρούλα, τον Λευτέρη και τον Βαγγέλη τους απέναντι (ο Βαγγέλης έφερε σημάδι από πέταλο αλόγου από το μέτωπο ως το σαγόνι). Στον Ολυμπιακό κόλλησα επειδή την εποχή των πρώτων εγχρώμων φωτογραφιών είχαν κάθετες κοκκινες ρίγες επί λευκού κάμπου, κι επειδή ο τέρμας του λεγόταν Θεοδωρίδης. Αλλά μετά, χρόνια μεταμελήθηκα και γέγονα Μπαογκτζής, αν και από μάνα και τα σόγια της ήτουνε όλα Αρειανίδαι, ως Παππαφιώται και θαυμασταί των Βικελίδηδων. Έως και με τον Αλεξιάδην ψαρέψαμε αργότερα στην Καψόχωρα σε βαρκάκι και τον πρώτο γνήσιο Παοκτσή γνώρισα σε παραθέριση στην Σκόπελο και ήτον ο Γούναρης.
- Πάντα με ενδιέφερε η αντιπολίτευση εν Ελλάδι. Ήταν ένα μάγμα γκρινιάρηδων και θυμωμένων ρητόρων, ενώ οι δεξκσιοί που κυβερνούσαν ήτονε άξιοι, μόνον οι ηλικιώτες, να φέρουν ωρολόγιον με αλυσίδα στο τσεπάκι του γελέκου. Ο πατέρας μου, βαμμένος «εθνικόφρων», ψήφισε τελευταία φορά δεξιά στο δημοψήφισμα για τον Γεώργιο. Μετά ήτονε κεντρώος επί έτη 25 και στο τέλος του βίου του το έρριξε στο ΠΑΣΟΚ, έτος, 1977.
- Δεν υπήρξα πολιτικά πορτογύρης. Αλλά αυτό δε σημαίνει πως ήχασα το φως μου. Δυσπιστούσα μονίμως στις κυβερνήσεις, όποιου χρωματισμού. Και αρνιόμουνα τις αντιπολιτευτικές τακτικές επειδή έκρινα πως στοιχειοθετούσαν υπό την άνεση μιας ξαπλώστρας και δεν είχαν καρφίτσες στον γκώλο, ως βαθέως επιθυμούσα. Αλλ΄αυτά ήταν περσυνά ξυνά σταφύλια.
- Μετά την συμφωνία των Πρεσπών, έπαψα να καταλαβαίνω την τότε κυβέρνηση που έδειχνε να επιδιώκει την κατάργηση του άτυπου συμφώνου της με τους δεξιοδεξιούς του Καμμένου και αρνιόμουνα να πιστέψω πως ήλπιζαν πως οι Ανέλοι, μαγεμένοι από το παλαιό συνοικέσιο, θα ξαναψήφιζαν Τσίπρα. Ήταν σαφώς μια «απόφαση» της λησμονιάς, μια ηθελημένη καραμπινάτη ήττα, που έκοβε στη μαγιονέζα, ήτοι στην βεβαιότητα του τότε πρωθυπουργού πως θα καβατζάρει τον κάβο, θα πατήσει τον Μητσοτάκη, θα κοσκινήσει το πληγούρι, θα νικήσει και πάλι. Αποδείχτηκαν όλα, φούμαρα τελειωμένα.
- Πολύ αργά κατάλαβα τι εστί αντιπολίτευση. Ήταν τριάντα χρόνια πριν, με ένα ΠΑΣΟΚ διαβρωμένο από αρχηγικές «αταξίες», με έναν Κοσκωτά που κόντευε να γλυτώσει, με μια σπάνια σύμπλευση αριστεροδεξιάς, με επιμελώς κρυμμένον τον ρολο Γιωργάκη Παπανδρέου όταν εργολαβούσε «τα νέα τζάκια» και τέλος, την «ανάσταση Ανδρέα» με την νίκη του 1993, ενώ μαγειρεύονταν, ωσάν γιαπράκια στο Καπάνι, η μόνιμη αντίθεση Σαμαρικών-Μητσοτακικών, που ολοταχώς βαδιεί προς την επόμενη γενιά και άλλο εμπόδιο ο Κυριάκος δεν έχει, ακόμη κι αν συνεχίσει μια αναιτιολόγητη «επίσημη συμπεριφορά».
- Αλλά το έλα να δγιείς καλύπτει την λεγόμενη «αντιπολίτευση του σήμερα». Πρωτεύει η Κινάλα, που παίζει μονίμως το anthem «δε με παίζετε, κανάγιες». Μετράει μέρες, δε μπορώ να διαφωνήσω. Κανένας αντιπολιτευόμενος (εκ πείρας ομιλώ) δεν έχει ιδέα τι κέρδη πολιτικά θα βγάλει, αν ενδυθεί καβούκι πάγουρου και το παίξει εθελοντής κυβερνητικός, μετά υπονοουμένων. Άκουσα τον Κατρούγκαλο, που από χρόνια τον έχω στο μάτι, να τιμωρεί τους κυβερνητικούς για την αιγυπτιακή του ράτζια, αλλά ήταν τόσο ζηλιάρης, τόσο σκασμένος, τόσο γελαστικός, και μάλιστα χωρίς κανένα κίνδυνο να τον διαγράψουν. Πάντως, τα σημερινά κόμματα κρύβουν λόγια και νομίζω πως βγαίνει άκρη μόνον εάν μετρήσει κάποιος αξιολογικά τι ακριβώς λέει ο στόμας των Συμβούλων στρατηγικής και άλλων με πείσμονα γνώμη. Ειδικά, τα τσακαλάκια του Παντείου κατανοούν τόσο τον ψυχισμό του Πομπέο, που αδικούνται στην παράξενη, πολυσχιδή αυτή γωνιά του κόσμου.
- Kι αν νομίζετε πως κατέστην εριστικά πειθαναγκασμένος σε κάποιο εξ αριστερών όραμα, είμαι σε θέση να σας αποκαλύψω τις συνέπειες ενός λάθους. Προ ετών όταν ανέσκαπτα διαθέσιμες εφημερίδες από το Εθνικο Κέντρο Τεκμηρίωσης (μια ζωή οι χονδροειδώς μεγαλυντικοί τίτλοι ιστοσελίδων ήταν εφήμερα έντομα, έρμαια των χελιδονιών) έπεσα σε μακρές απεργίες, ριζοσπαστικές ορολογίες, και εργατικές διεκδικήσεις, τάλε κουάλε οι σημερινές, αλλά δεν υπήρχε από πίσω τους κινών μηχανισμός κάποιου κόμματος, ειδικά κόμματος εξειδικευμένου στο Δίκαιο της εργατικής τάξης. Ήταν σε εφημερίδες μεταξύ του 1905 και του 1911, όταν δεν υπήρχε κόμμα που θα μπορούσες να το «κατηγορήσεις» για υπόθαλψη φασαριών, όπως βαρέθηκα να διαβάζω σε ολόκληρον τον μεσοπολεμικόν αιώνα. Συμπολίτευση και αντιπολίτευση διέθεταν αυταρχικές ουρίτσες σκληροπυρηνικών νομοσχεδίων, ο φασισμός είχε θαυμαστές να φαν κι οι κότες, ενώ υπήρχαν συντηρητικοί κύκλοι που τους θεωρούσαν αγωνιστές υπέρ των πτωχών πολιτών και δεν παρουσίαζαν κάποια σκληρότητα πέραν της προβλεπομένης από τα ήθη ενός αδοκίμαστου σφαγείου πεποιθήσεων. Έκτοτε όταν βλέπω να βάζουν στον αυτόματο «κινητοποιήσεις», έχω τις επιφυλάξεις μου. Και επίσης, ας θυμόμαστε πως οι κυβερνήσεις παράγουν την αντιπολίτευσή τους και τούμπαλιν. Για να μη τα ρίχνουμε όλα σε τάχαμου ιδεολογίες και «τότε που ζούσαμε» και λοιπά και λοιπά. Την αντιπολίτευση και τις αρχές της ας αναζητήσουμε σε εκρήξεις πληβείων και στον τυφλό τακτικισμό του Νάβιδος.
Ετικέτες: αντιπολίτευση