O κύριος Ζαχαριάδης, ένας σχετικά νέος πολιτικός του Σύριζα, εξερράγη επειδή «του φόρτωσαν πάλι» τη Μarfin και πως δέκα χρόνια στο κουρμπέτι, τον στοιχειώνει η αδικία. Kαι ξαφνικά, καταλαβαίνω τον λόγο που οι δύο τέως μεγάλες και τέως παρατάξεις το διυλίζουνε το φίδι, το νοθεύουν το πισκοτολούκουμο, τον νοσταλγούν τον Ρούντι Ντούτσκε, την ακούνε την Χρυσάντζα πτύοντας τον Βέλθανδρο. Mιλάμε βέβαια για σχετική σύγχυση προσώπων, εννοιών και δηλώσεων. Για την ώρα, αυτοί που βιάστηκαν να γελάσουν με την κυρία Νοτοπούλου, αποστομώθηκαν από την συνέχεια της ανελλήνιστης παράδοσης από την νεόκοπη κυρία Μιχαηλίδου, που είναι προσφάτως υφυπουργός.
Οι δύο παρατάξεις κατοικούν μια λοφώδη και βουνώδη περιοχή, ονόματι Σαντράλ μασίφ. Είναι δηλαδή σεντραλιστές, κεντριστές. Μακριά από θάλασσες και ηφαίστεια. Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές, είναι ζήτημα να δουλεύει το 2% της κυβέρνησης και το ισόποσο της αντιπολίτευσης. Απεναντίας, έχει μαλλιάσει η γλώσσα τους καθώς ενασκούν ιδιόλεκτα που δεν καταλαβαίνουν, διαθέτοντας ένα ριζικό σύστημα που μοιάζει με Μπαομπάμπ της Μαδαγασκάρης και υπάρχουν στη ζωή χωρις να αποστούν από το θολωμένο μάτι του μπαγιάτικου πετρόψαρου.
Έλαβα από την σημαία την ευθύνη να διαβάσω τον νέο αστέρα των Πατρών, όνόματι Κώστα Μάρκου, ιατροακτιβιστήν, και μάλιστα, παράλληλα με τον Ασώπιο που κατέγραψε εκ των πρώτων χρονολόγιο των διαλαμψάντων διανοουμένων από την αρχαιότητα έως τα μέσα του 19ου αιώνος. Γρήγορα του αφοσιώθηκα, του κυρίου Μάρκου, διότι δεν στάθηκε δυνατό να καταλάβω πως εκλέχτηκε βουλευτής του Σύριζα. Διότι ήταν καθαρά ΑΝΤΑΡΣΥΑΣ. Πεντακάθαρα. Μήτε μια φράση του δεν μπορούσε να οδηγήσει σε παρεξήγηση. Άρα, ήταν τυπικό παράδειγμα που εξεικονίζεται σε παλαιό μου στιχούργημα: «Ξεχνούν, μικρέ, πως ο καιρός/ αλλάζει και γυρνάει/ και πως ο νέος δεξιός/ αριστερός γερνάει».
Ναι, είναι κεντριστές -πελώρια μαγιάτικα με καρφωμένες υπερδεξιές και ακροαριστερές ψείρες στα λέπια τους.
Όλο και περισσότερο, η κυβέρνηση φέρεται ωσάν μαλωμένη ομάδα του Γιώργου Λιάγκα που ελέγχεται επειδή μίλησε τραχιά, εν ου παικτοίς για μια επονείδιστη πράξη ενός ψευτοκαυλιάρη σε βάρος μιας κοπέλας. Αμφιβάλω αν ο κύριος Βορίδης, σκεπτόμενος μαγκουριές και ανάποδες σφαλιάρας, θα χάσει το γλυκίβραστο ύφος του, συνδυασμένο με αρχαϊκό μειδίαμα. Γελάσαμε και πάλι! Την πάθαμε τη μπλακάρα μας να΄ουμ! Τι λεπτότης!
Και ο άλλος αρχηγός, συλλέγει κρόκους και κιχιά στην Κοζιάνη, σε ειδικής βαρύτητας χώρο, θυμίζοντας την αφεντιά μου όταν, επί Γέλτσιν, έβγαζα το πσομάκι μου υποδυόμενος τον πλασιέ λευκών και μαύρων ηλεκτρικών ειδών. Τι χαλεύει στην Ελίμεια;; στρατολογεί; Τον στρατολογούν; Αρχηγεύει; Τον αγνοούν; Μήπως τσακώνεται στο σπιτικό του; Άδηλον.
Να τελειώνουμε. Δεν υπάρχει καμία κοινοβουλευτική ζωή. Οι ελάχιστοι εργαζόμενοι εκτός κυβέρνησης, αναζητούν τα φτηνότερα προϊόντα βρώμης, κυνηγάνε τις εκπτώσεις στις μαρκέτες και διαλέγουν φάρμακα, περισσότερα από τα διαφημιζόμενα. Δεν ξέρω ποιος πιστεύει νούμερα και ποσοστά, αλλά υπολογίζω πως αν συνεχίσουμε έτσι, όταν λήξει ο εθνικός συναγερμός και ακουστεί ο πραγματικός Τραμπαρίφας («στα θαλασσινά μπαράκια/ μπίρες και καλαμαράκια») αν δε με κάψουν, θα παρακολουθώ την ανακομιδή των οστών μου.
Kαι μη ξεχνιόμαστε: το εφηβάκι που λάτρεψε την «αλλαγή» του Ανδρέα και γλυκοκοίταζε την γεννημένη στα χρόνια της Αποστασίας κορτσάκλα που θαύμαζε την κένταυρη γενιά, μπορεί να μη τα βρήκαν εντέλει, αλλά κάθε Σάββατο βλέπουν Αυτιά, συνενωμένοι από την γητειά της σύνταξης.