Δυo φορές ο Γιώργος Σεφέρης, σαρανταεννέα χρόνους πεθαμένος, μνημονεύει τον ίδιο στίχο, στις Μυκήνες και στην πρώτη Γυμνοπαιδία. Κι ας δηλώνει πως δεν ξέρει πού να απιθώσει ένα μαρμάρινο κεφάλι που στοίχειωνε τον ύπνο του.
Κι εσείς, κυρία Πρόεδρος, προσεκτική, λιγόλογη, ήρθατε στον Αττικό Πάγο, την ημέρα των Μουσείων, όπως πρέπει και αξίζει σε ανωτάτη Αρχή και τον Σεφέρη θυμηθήκατε, ευφρόνως.
Κοιτάζω εύκαιρες φωτογραφίες της Ακρόπολης, από τα χρόνια του Μοροζίνη έως τον απόκρυφο πόθο να την ιδούν οικόπεδο ανακτόρων. Τα χώματα-χύματα ξεχασμένων ανασκαφών. Τις μάχες του Σερπετζέ και τον Φραγκόπυργο. Τις εγχάρακτες ενθυμήσεις.
Τον πρόσφατο μισόν αιώνα έρευνας και επαναφοράς των μνημείων σε κάτι αρκούντως αυθεντικό, χάρη στο πείσμα ανθρώπων που γέρασαν όχι στα λατομεία των Συρακουσών, αλλά στην λατύπη του Εκατόμπεδου.
Δεν ξέρω, κυρία Πρόεδρος, εάν υπάρχει ενεργό το ασανσέρ για τους κοπιώντες και μη δυναμένους του Βράχου.
Αλλα την ώρα της ξενάγησης, ήμουν αδρανής και ανέκφραστος, βλέποντας το κάστρο της Κορώνης να ξανοίγει ραγάδες και ρήγματα, μιας τρίκλιτης βασιλικής το εκτύπωμα να στεγνώνει στον καστρόλοφο του Άη Στράτη, και ο οδηγός του κοινού Ευτύχης να μασουλάει βρώμη με ταχίνι ονόματι «βιολάντα» φερόμενος αδιάφορα στούς σιωπηλούς γέροντες της νήσου, ενώ ένας άλλος τουριστομανής, από άλλο κανάλι, περιεργαζόταν «το ρωμαϊκό λουτρό στις Μπενίτσες», ένα πηχτωμένο στα βρύα και στις λειχήνες αρχαίο σταχτί κροκί αδιάγνωστο και απαθές σύμφυρμα τοιχοδομών, την ίδια ώρα που το μέγα πανελλήνιον γνωρίζει τις Μπενίτσες από τα χείλη της Ρένας Βλαχοπούλου.
Αυτή είναι, κυρία Πρόεδρος, η κατάσταση των αρχαιοτήτων και των μεσαιώνων, αμή και των τροπαλιζομένων μελετιών της παλαιάς χώρας μας, και μπορείτε να το υπενθυμίσετε αβρά στην συνοδεύουσα υπουργό σας, ή εκ περιεργείας, να τηνε ρωτήσετε.
Ο αριθμός των μνημείων που τα φέρνουμε σε θεογνωσία, είναι υποπολλαπλάσιος των μνημείων που τα σβήνει η βαθεία άροση, η παράφρων αρχαιοκαπηλεία, το σκουριασμένο κοτετσόσυρμα ως τελευταία πράξη μιας ανασκαφής πριν την δημοσίευσή της.
Το παρελθόν, πολιτικό ή αρχαιογνωστικό ή μιας καριέρας οι διαφορές υποθέσεων εργασίας, η άτονη συγγραφική υπαλληλία, φθίνει συνεχώς επειδή υπάρχει ακμάζουσα η πλανημένη πεποίθηση πως αρχαιολογία και πολιτισμός μπορεί να συγκατοικούν υπό την ίδια αρχή, ενώ είναι αμφότερα Χοροί ισαπέχοντες της Ρούμπας ― όσο ο καγκελευτός από τον παρτάλο.
Αφοσιωμένος επί έτη πολλά στα απρόσωπα, στα λανθάνοντα, στα άδηλα, στα παραγωγικά, στα κοσμικά και χρηστικά μνημεία, ομολογώ πως είδα τα περισσότερα απ΄όσα άγγιξα να χάνονται, και φοβάμαι να υπενθυμίσω την ύπαρξη και άλλων, μη τα πάρει ο χάροντας.
Η Δικαιοσύνη είναι το έργο σας, κυρία Πρόεδρος, αλλά ορθώς διανεμημένο στις πτυχές της επιστήμης σας. Ο Πολιτισμός, επίσης.
Μόνον που η Τέχνη και οι δημιουργοί ανήκουν σε άλλη σωλήνωση και η Αρχαιολογία, ως κεφαλή της Κληρονομιάς, επείγει να απαρτίζεται από πλήθος συναφών επιστημών, ενίοτε πρωτοπλάστων σαν τον απαλοκάβουρα.
Κυβερνήτες, έχετε ―τους αρχαιολόγους, και δεν χρειάζεστε άλλους. Αλλά ο Πολιτισμός δεν είναι θρησκεία που της πρέπει λιβάνισμα, αλλά ζώσα (και θνησιγενής) αστρική ύλη.
Η ευγενής επιρροή σας, ενδεχομένως να φέρει σε θεογνωσία το κατεπανίκιο ή τον καζά που προψέ εόρτασε την Ημέρα των Μουσείων.