Από τις 13 του μήνα δουλεύω μέσω τηλεργασίας. Από τότε έχω να βρεθώ κοντά σε προσφιλές πρόσωπο. Το έφερε η κατάσταση και το συνεχίζω συνειδητά. Περιέργως δεν μου λείπει, δεν αποζητώ από κοντά επικοινωνία, λες και κερδίζω πόντους σε κάποιο reality με την κάθε μέρα που φεύγει.
Επαφές με φίλους και γνωστούς μόνο μέσω διαδικτύου ή τηλεφωνικά.
Πλην του δικού μου, ο οποίος μένει δυο τετράγωνα κοντά και που τον συναντώ πλέον από το διάδρομο στον όροφο του διαμερίσματός του, στεκόμενος μπροστά στον ανελκυστήρα. Τελευταία που έκατσα δίπλα του ήταν την Πέμπτη, πριν δέκα μέρες. Δυο μέρες μετά, σαν ξαναπέρασα, σταμάτησα στην πόρτα του αλλά δεν πέρασα μέσα.
Απόφαση που ήρθε επιτόπου, αυθόρμητη, αβίαστη.
Η ευχάριστη ρουτίνα των ημερών ο καθημερινός περίπατος, τις πρώτες μέρες πριν το σούρουπο αλλά τελικά τον καθιέρωσα το μεσημέρι, με τον ήλιο. Από τη γειτονιά μου στη νέα γειτονιά που σκοπεύω να μετακομίσω, όταν όλο αυτό περάσει. Από το διαμέρισμα που ζω, το οποίο έχω πουλήσει, σ’ ένα άλλο, απ’ την άλλη μεριά των γραμμών του τραίνου. Περίπατο μόνος, δίχως γάντια και μάσκα. Σταματώ να πάρω καφέ στο BF στην Καραΐσκάκη αφού απολυμάνω τα χέρια, πριν και μετά την αγορά, με το αντισηπτικό στην είσοδο. Σα φτάσω στον προορισμό μου στέκομαι στην είσοδο της πολυκατοικίας, εκεί που είναι το διαμέρισα που θ’ αγοράσω όταν η ζωή επιστρέψει στην πρότερη ρουτίνα.
Κοιτώ την είσοδο για λίγο και στη συνέχεια επιστρέφω σπίτι.
Σχεδιάζαμε να πάμε με το σύντροφό μου, τώρα με την εθνική γιορτή, στο εξοχικό, αγοράζοντας εφόδια από Αθήνα, από εδώ που ψωνίζουμε, να οδηγήσουμε δίχως στάση, να περάσουμε εκεί λίγες μέρες. Δίχως να βρεθούμε με κανέναν, να δουλέψω στον κήπο, να δω τα δέντρα ανθισμένα, να περπατήσω στην πλαγιά με το σκύλο.
Το ακυρώσαμε.
Μου έστειλε πριν λίγο φίλος μήνυμα στο κινητό:
Σπίτι είσαι κι εσύ τώρα; Όχι είμαι στο Καζίνο, απάντησα.
Η μητέρα μου ζει σε προάστιο, στ’ ανατολικά της πόλης. Της ψωνίζει η αδελφή μου που μένει κοντά της. Αφήνει τα ψώνια στην πόρτα.
Τηλεφωνώ στη μητέρα μου δυο φορές τη μέρα και τσεκάρω.
Είχε η τηλεόραση κάτι για τη Χαλκίδα και το Σκαρίμπα. Η Χαλκίδα το βράδυ, με τον πεζόδρομο, τα καφενεία και τα εστιατόρια, η γραμμή από τα φώτα που πέφτουν στα σκοτεινά νερά του Ευρίπου.
Ποτέ δεν μου φάνηκε η Χαλκίδα τόσο όμορφη όσο σε αυτήν την εκπομπή.
Ποτέ δε νοστάλγησα το σπίτι μου όσο το νοσταλγώ αυτές τις μέρες.