Πήγα να ρίξω μια ματιά στις προετοιμασίες. Οι δασκάλες με υποδέχτηκαν αρκετά μακριά από την πόρτα. Δεξιά και αριστερά από μια καμάρα που οδηγεί στο χώρο με τα κρεβατάκια. Δυο γυναικείες φιγούρες με βαλσαμωμένα χαμόγελα. Πάνω από τα δικά τους κεφάλια, κεφάλια από ζωάκια φτιαγμένα με χρωματιστά κανσόν με καλωσορίζουν. Αφού ήταν τόσο μακριά μου, έβγαλα τη μάσκα.
Φόρεσε τη μάσκα! Είπε αυστηρά το λιοντάρι. Δεν την φοράς συνέχεια; Ρώτησε η αλεπού. Ο ελέφαντας με την προβοσκίδα άρχισε να με λούζει με σαπουνόνερο. Το γαϊδούρι δεν μίλησε αλλά στα μάτια του είδα τη λέξη υπομονή.
Το μονοκόμματο τραπέζι που γύρω-γύρω μαζεύονται τα παιδάκια για ζωγραφική και φαγητό, έσπασε σε πολλά μικρά. Τα καμάρια μας θα κάθονται ανά δύο αντικριστά, σαν τα φάιβ μίνιτς ντέιτ. Πώς θα γίνεται η θερμομέτρηση; Γέλασαν οι δασκάλες. Εγώ τα φιλάω στο μέτωπο και ξέρω, είπε η μία. Ενώ εγώ, είπε η άλλη, τα πιάνω στον σβέρκο αλλά καταλαβαίνω και από τα μάτια. Τα παιχνίδια θα τα μοιράζονται; Ε όχι, θα παίζει το καθένα με τα δικά του. Όταν βγαίνουν στην αυλή; Έχουμε βάλει ταινίες ανά ένα μέτρο. Πώς θα κοιμούνται; Φυσικά δεν θα κοιμούνται. Και στο φαγητό, πώς δεν θα βάλουν τα χέρια στο στόμα; Θα τα ταΐζουμε εμείς.
Πετάχτηκε και η μαϊμού και μου είπε ότι τα παιδάκια έρχονται πάλι σχολείο για να κοινωνικοποιηθούν και να γίνουν ανεξάρτητα.