Ανακάλημα του φαγητού
09-08-2019

Τώρα που όπου να΄ναι, θα κουνήσουν μαντίλι οι τελευταίοι παραθεριστές του Αυγούστου και οι μπαταρίες του καθενός θα κρεπάρουν σε γραφεία και μαγαζιά ενώ οι έρωτες του θέρους θα παγώσουν από μυριάδες αναπάντητες κλήσεις, η αιωνία Ελλάς, μετά μισόν αιώνα τροπαλισμό, θα διαθέτει κάτι σπάνιο και δυσεύρετο  όταν οι ομπρέλες μαζεύονται και θέλεις ζιλεδάκι: φαγητό!

Έως πριν είκοσι χρόνια, νησιά που βούλιαζαν από κόσμο, έτσι και έμπαινε Σεπτέμβριος οι ταβέρνες τα μάζευαν και επέστρεφαν στα ξεχειμωνιάσματά τους, όπως οι Πειραιώτες στην Ελαφόνησο.

Αλλά το μέγα δράμα ήταν καταμεσής της Χούντας, οπότε εξόν κανα μαγέρικο που έβγαζε ένα ταψί με μετρημένες μερίδες (για τους χειμωνικούς μπεκιάρηδες του Δημοσίου) με το ζόρι έστελναν το παιδόπουλο για κανένα αυγό της γειτόνισσας, να το σερβίρουν με κανένα Ζβάν, καμιά καφτερή γκιζέλα για να τα φάς με φέτες ψωμί κόκκαλο από τα προσθετικά.

Από τη Μάκρη στην Αετομηλίτσα, κι από την Τέρπυλλο στην Αργαλαστή, τα ίδια. Εξαίρεση, τα στέκια όπου έκαναν στάση τα ΚΤΕΛ, αλλά και στα τρένα προς νότο, όπου σουβλάκια με καρφωμένη μια φέτα ψωμί προσφέρονταν από τα παράθυρα.

Γενικά, στις διασταυρώσεις υπήρχε φαγητό και μερικές καντίνες καθώς και διαφημισμένα προφορικώς σουβλακοειδή, σε Χαλκηδόνα, Πρόδρομο, και άλλα, ευαγέστατα. Σε άλλα μέρη, ήταν σύνηθες να σε βολεύουν με ομελέτα και πολύ σπορέλαιο όπου κολυμπούσαν κρεμμύδια.

Αργότερα, μαζί με νοικιαζόμενες κασέτες, ήρθαν και τα κοτοπουλάδικα σε πακέτο και η κατάσταση βελτιώθηκε. Αλλα εξακολουθούσες να θεωρείσαι επιμηθεύς, αν δεν φρόντιζες να έχεις χοιρινό ντακόρ και ντολμαδάκια στον γυλιό.

Ρετσίνες, μπίρες, σπουμάντε, κατοσταράκια, πενηνταράκια και περτικαλάδες, πλήθος.

Βέβαια, τίποτε απ΄αυτά δεν παραξένευε κανέναν. Σε λίγα ορεινά χωριά υπήρχε καθημερινό τσουκάλι και σύναξη της οικογένειας όπως στα αναγνωστικά. Μια κυρά που δεν μαγείρευε, δεν λεγόταν σώνει και καλά αχαΐρευτη. Πολλά μελέτια δεν μαγείρευαν. Βολεύονταν με σαλατικά και χόρτα. Μόνον σε γάμους και γιορτάσια τηγανίζονταν τα φούστουρα και ιδρωμένο κασέρι και σαλαμάκι τσιμπητό σε οδοντογλυφίδα.

Και στα πρώτα εκείνα χρόνια, εκτός από μαλλιά αγγέλου για τις αρρώστειες και χοντρά τρυπητά μακαρόνια που τα έφτιαχναν σαν σούπες, σπαγγέτι και πίτσες ήταν επείσακτα είδη, μετά τα σέβεντις.

Και σύνηθες στους παραθερισμούς η φαμίλια, όποτε ξέσκαγε σε υπαίθριο μαγαζί, δεν ήταν ντροπή να παραγγείλει πατατούλες με μυτούλες, τουτέστιν τηγανητές, μία η δύο μερίδες και από το δίχτυ της μάνας να βγαίνει καραβάνα ή σεφέρτασι με σπιτικά γεμιστά, να χορτάσουν τα αχόρταγα.

Ολα αυτά, ήταν ένα πλαίσιο. Το οποίο αρνούμαι να ξεχάσω, επειδή ακυρώνει πλήθος αναπτυξιακών σχεδίων και ιστορίες πολιτιστικής αναβάθμισης.