Από τη Θεσσαλονίκη, στην διαχρονία της, σώζονται ονόματα ναών, δημοσίων σημάτων και ανακτορικών συμπλεγμάτων, αργότερα τοπωνύμια που σχετίζονται με την άμυνα και τη λατρεία, στον μεσαίωνα διαχωρισμοί σε «γειτονίες», ενορίες, και αγορές (μέσες) καθώς και περίκλειστα συγκροτήματα, κυρίως εργαστηρίων, η Εβραΐς και άλλα, εξακτινωμένα στην περιφέρειά της, όπως ο Άγιος Ηλίας, ο Τεσσαρακονταστάτης και πολλά μικροτοπωνύμια, ονομασίες αμυντηρίων, μπαστάδων και πύργων ενώ η οθωμανική της περίοδος υπάγεται σε εσωτερική διανομή συνοικιών, μαχαλάδων, τζαμιών και αγορών.
Στη σύγχρονη περίοδο, μετά το 1912, πολλές περιοχές είχαν ήδη επώνυμα. Μπεχτσινάρ, Εξοχές, και τριάντα τουλάχιστον «ενότητες», που ενίοτε δανείζονταν ονόματα κέντρων αναψυχής, ή σιβυλλικές «στάσεις ΟΑΣΘ» (Στρατηγείο, Κυβερνείο). Έπρεπε να περάσουν 70 χρόνια, όταν μια πασοκίλα, μια «αγνή λευκότη στ΄αξεδιάλυτα σκοτάδια» (παλαμικό μεν, γύφτικο δε), ένα 1982 απαλλαγμένο από Εβραίους, φίσκα στη βιοτεχνία, στο φασόν και άλλα περήφανα νοσταλγικά ρημάδια από μανιαμούνιες «επενδυτές» έφερε, επιτέλους, το φαραωνικόν θαύμα των δημοτικών διαμερισμάτων. Και ο Δήμος όρισε πέντε από δαύτα, συν το εξτραδάκι της Τριανδρίας, και έκτοτε σταμάτησα να παρακολουθώ.
Ωμή κατάληψη παραδοσιακών κτισμάτων, κυριαρχία υπηρεσιών παντού, διοικήσεις ιδρυμάτων και μουσείων που το έπαιζαν πολιτιστικά αναχώματα, προσφυγιές διαφόρων περιόδων που κυβερνιούνται από δημοκοπικές φιλανθρωπίες, τσουρούτικες γκαλερί, βιβλιοπωλεία άστα στην ηρεμία τους, διττή φύση μουσικού κρατισμού, ντύνουν οριστικά με καύκαλο νεροχελώνας ή κομμάτι από νάιλον σακούλα που βρέθηκε σε στομάχι σαλαχιού, έγινε η πάσα Θεσσαλονίκη.
Κι όποιος σκέφτηκε να μαζέψει χρυσούς οδηγούς, ως Μπαίντεκερ της μεταπολίτευσης και ξεφύλισσε τα μπλε και τα κίτρινα, έπαθε πλάκα καθώς η ασυνέχεια μοιάζει με στομάχι αρκούδας που χορταίνει με κινόα.
Όλες οι πόλεις του κόσμου έχουν γειτονιές, τομείς, εμπορικά καρτιέ, παρκάκια, άλση, αθλοπαιδιές χώρους στάθμευσης, αλλά σπανίως, όπως στη Θεσσαλονίκη συνυπάρχει ένα μαμούθ (ή Πέμπτο διαμέρισμα) με μια μίνι-συνοικία (που αρνούμαι να μνημονεύσω).
Ακόμη χειρότερα συμβαίνουν με μια Μίκρα που δεν υπήρξε, μια Καπουτζήδα που παλαντζάρει μεταξύ παεζάνων και παροδίων στασίων «για καφέ» χωρίς να είναι ξεκάθαρο τι εννοούμε λέγοντας «Νέα Άνω Τούμπα», «Ελαιόρεμμα» ή «Κωνσταντινουπολίτικα». Δεν ξέρω ή μάλλον θέλω να ξεχνάω την κατάσταση που αφήνει την πόλη ένας αέρας ή ένα φουσκωμένο ρέμα. Δεν θέλω «διαμερίσματα» με αρίθμηση. Δεν σας εξηγώ το γιατί. Ξέρετε γιατί.