Θυμάμαι το Πάσχα του 2019. Ο Τσίπρας φέρεται να παίρνει επάνω του τις αλλεπάλληλες εκστρατείες των ευρωεκλογών, των αυτοδιοικητικών και των εθνικών αναμετρήσεων. Αν τύχει και πέσεις σε Συριζαίο μήνα Μάη, ήταν αμετακίνητα αισιόδοξος πως ο «θλιβερός» Μητσοτάκης θα έπεφτε σε όλους τους λάκκους που άνοιγαν τα συνεργεία όλων των Δήμων της χώρας. Πόσοι πρόβλεπαν πως η μουσική του αοράτου θιάσου, δεν θα ήταν κάποιο μενουέτο, κάποιο τσάμικο, έστω κανένα yo από τα μικρομέγαλα καλοθρεμμένα χιπχοπάκια; Τα άπερκατ ξεκίνησαν από νωρίς. Αλλά ο Τσίπρας, εκεί, τον χαβά του. Όλα είναι πλαστά και ένα ψέμμα. Ιδού οι διευρύνσεις προς το Κέντρο, που δεν είναι η τελευταία τρύπα του ζουρνά, αλλά το βαρύ κλειδί για να μας δεχτεί η Φρέγια στην Βαλχάλα.
Το Κέντρο «οὐκ ἔστιν ἔτι» άκουγα απο παντού, με μόνη καινοτομία το ξανθό μαλλί πράσο της κυρίας Φώφης. Αλλά οι προσχωρήσεις στον Σύριζα έμοιαζαν σάμπως «αλλού γι΄αλλού» με τύπους σαν τον Παριανό κολλητό του Γεωργάκη που μιλούσε ωσάν θυμωμένο κατσικάκι της τρίτης Διεθνούς, αυτόν που πριν είκοσι χρόνια έδινε την εντύπωση τολμητία της Αυτοδιοίκησης. Εντέλει, καθώς η ζωή μου είχε (πάλι και πάλι) αλλάξει, έβλεπα να έχει λακκίσει κάθε κεντρώα καρδιά, αφού πέρασε από εκείνον που θα τα άλλαζε όλα, προς μια συντεχνία που παζάρευε τα υπουργεία του μέλλοντός της με την επωδό «εδώ κάνατε το Μάρδα Υπουργό, σε μένα κολλάτε που μπορώ να μιμηθώ τη φωνή του Ανδρέα καλύτερα από τον πιτσιρικά που παίζει τον αρχηγό σας;»
Οι Συριζαίοι διέπρατταν όχι ακριβώς προεκλογικά ατοπήματα, αλλά καραμπινάτες εξώφθαλμες ανοησίες. Οι νέοι άνθρωποι που λανσάριζε, «κάηκαν» επειδή τους έχωσαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Τα λεφτά από την «παρακοιμώνενη οικονομία» που έχτιζε ο Κατρούγκαλος, η Φωτίου και η Αχτσιόγλου, δεν είχε στην ουσία ταμείο, αλλά αρπαχτές, ωσάν τακτικές τύπου Τάκου Μακρή και άλλων προϊστορικών. Ο Δρόμος του Τσίπρα έλαμπε μπροστά του, αλλά τον θεωρούσε έρημο έξω από την Άκαμπα. Ο Τσίπρας έπρεπε να συνάξει τους δεξιούς που στέγαζε ο Καμμένος και να τους δώσει πόστα, αλλά ήδη ο δρόμος προς τα δεξιά ψηφαλάκια έκλεισε προκειμένου να παίζει ο Πάιατ τον Μέγα Διαπραγματευτή. Δεν προχωρώ άλλο.
Απεναντίας, ο Μητσοτάκης, για τον οποίον το 2019 κυκλοφορούσε ιλαρόν κλίμα και ψιλοδούλεμα, κατάφερνε, με τον υστερικό προτεσταντισμό του («κόψτε, γαμώτη μου, το τσιγάρο») να υπερκεράσει την ακροδεξιά και απεχθή του ψυχή (απλώς θυμηθείτε σε ποιους στηρίχτηκε για να εκλεγεί το 2016 στη Νέα Δημοκρατία: καρατζαφερικούς και βασιλόφρονες) και να το παίζει αβίαστα ως εκδοχή μιας μετρίως συντηρητικής λύσης, σχεδόν χωρίς την εκφορά της λέξης «Σίμενς» στο οπλοστάσιο των αντιθέτων. Όταν Σαμαράς-καιροσκόπος και Καραμανλής-διαχειριστής των μακεδονιζόντων (τύπου Κιούπκιοϊ) ψήφων έδειξαν πως θα ενωθούν με τα Μητσοτακικά λιανοτούφεκα, ο Σύριζα πανηγύριζε, καθώς τα νιάτα του αρχηγού του, ήταν σαν αναρρόφηση κοκαΐνης όχι από τα ρουθούνια, αλλά από μπουρί ξυλόσομπας.
Από καιρού εις καιρόν, μια άκεφη είδηση σκέπαζε την αθυμία πολλών δεξιών. Ήταν οι αναγγελίες για νέα στελέχη, για υποβολή βιογραφικών, τέτοια ζητήματα που συνήθως σκοντάφτουν σε παχυλή αδιαφορία του πλήθους.
Αλλά, από σπάνια στραβομάρα ενός «αρχηγού» που είχε μιαν περιστέρα αριστερίστρια να γκρινιάζει στο σπιτικό του, παραδόξως ο Σύριζα υστέρησε της Νέας Δημοκρατίας «μόνον» κατά 8,32%, ένα ποσοστό τόσο ανατρέψιμο, που θα μπορούσε κάλλιστα να περιοριστεί δραστικά, αν σκεφτείτε πως με μία αλλαγή αρχηγού και σύναψη συμμαχίας με το Κέντρο (που έλαβε 8,1%) όλα θα έμοιαζαν μαγικά για την κεντροαριστερά! Μόνον που η πρωτοβουλία έπρεπε να προκύψει από τον Σύριζα και την πραγμάτωση της κεντροαριστερής του διεύρυνσης, πράγμα που σήμαινε να αφαιρεθεί συνειδητά κάθε περίπτωση «αριστερού» υποψηφίου, αλλά και τρανταχτές παραχωρήσεις, ακόμη και στο κόμμα του Βαρουφάκη. Αντ΄αυτών, γέμισε ο τόπος με συγκινησιακή ετερότητα: οι Συριζαίοι είχαν φλάμπουρο τις αγωνιστικές τους δόξες, τα παραληρήματα των «κινημάτων» και του καταληψιακού Πεζοδρομίου, συν κάτι ελευθεριάζουσες κινήσεις παρεξηγημένες όπως «λευτεριά στον Κουφοντίνα» (για την τακτική μιλώ όχι για το γεγονός) και ο Σύριζα όχι μόνον την έκατσε τη βάρκα που ήταν ξύλινη και «πρήζουνταν με απόλαυση» (ο ατυχής στίχος του Ελύτη) ενώ ο Τσίπρας νόμιζε πως είχε φτιάξει, ο τάλας, σκαρί από φάιμπεργκλας. Ακόμη με τα ίδια μυαλά πορεύεται, απέναντι σε μία τοξική, άκρως επισφαλή κυβέρνηση, απ΄αυτές που σου κατσικώνονται.