Αεροπόροι
06-04-2021

Για τους αεροπόρους ξέρω λίγα πράγματα. Ότι είναι γενναίοι, ότι έχουν esprit de corps, ότι πετώντας μιλούν συνθηματικά. Ξέρω επίσης μερικά για την «δίκη των αεροπόρων». Αλλά στον ποιητικό μου κουβαρά, ήξερα ότι κάνουν δύσκολη ομοιοκαταληξία. Ε, ήρθε κι αυτό και διαλύθηκε, όταν στις δύο πρωτοχρονιάτικες εκδοχές — δημόσιες εκτελέσεις της «Παξιμαδοκλέφτρας», οι τραγουδιστές προτίμησαν την εκδοχή «ήσουνα ξυπόλητη και μάζευες τους σπόρους, τώρα που σε πήρα εγώ ζητάς αεροπόρους». Κι εγώ είχα διευρύνει τους πνευματικούς μου (όιντα!) ορίζοντες (άλα τις!) με την εκδοχή «ήσουνα ξυπόλητη και τάιζες κοκκόροι, τώρα που σε πήρα εγώ ζητάς αεροπόροι».

Η «Παξιμαδοκλέφτρα» είναι ένα παμπάλαιο σαμπάχ που εμφανίστηκε μεσοπολεμικά στην δισκογραφία υπό τα ονόματα των Μπέζου-Δημητριάδη. Ανήκει στα αριστουργήματα όπου οι στίχοι αλλάζουν ανά εποχή, και στολίζουν την εκάστοτε πραγματικότητα. «Αεροπόροι», σύμφωνα με αυτά, μπορεί να μη είναι οι πραγματικοί,αλλά οι μεταξικοί λαχνοί «υπέρ της αεροπορίας», όπως «μανοηλάτα» έλεγαν τα υπέρπυρα του Μανουήλ Κομνηνού και «μέγκλα» το καλό ύφασμα made in England. Στην εκδοχή «σπόρους-αεροπόρους», μπορεί να έχουμε κάτι σεξικό, όπου ο «σπόρος» είναι ο άπειρος νεαρός και «αεροπόρος» ο έμπειρος άντρακλας. Αλλά και οι «κοκκόροι» πάλι πονηρό υπονοούμενο μου φαίνεται, ενδεχομένως από το πάλιν εγγλέζικο «cock». Πάντως με τέτοια φιλολογίζοντα σχόλια, δεν μπόρεσα να ερμηνεύσω γιατί δεν παίξανε τα παιδιά την εκδοχή που μ΄αρέσει. Και μ΄αρέσει επειδή φαίνεται σόλοικη και εμάς τους γραμματικούς  αρέσουν πολύ τα εκτός κλασικών κανόνων στιχάκια. Ίσως επειδή δεν τολμάμε να τα γράψουμε, μήπως και μας καταγγείλουν οι φιλόλογοι.

Η παράδοση της «παξιμαδοκλέφτρας», στιχικώς έχει ρίζες στην «νέα κωμωδία» και σίγουρα στον Πτωχοπρόδρομο: «εσύ σουν παρακατιανός και γώ ήμουν Ματζουκίνη». Δεν είναι «κλασικό» ρεμπέτικο, αλλά μάλλον υιοθετημένο παιδάκι, που μεράκλωνε τις παρέες και εντάχτηκε στο πρόγραμμα. Αυτό δείχνει η ποικιλία των στίχων πάνω σε έναν πανίχυρο μουσικό καμβά. Μαζί με τις «ομολογίες» και τα «πασουμάκια» φωτίζουν απρόσμενα εκείνο το «πανούργου γυναικός πολλή ευτραπελίαν» που με μπέρδευε στον Θεόδωρο Πρόδρομο. Μπορεί να εννοεί ότι από τις γυναικείες αβανίες, οι άνδρες δεν έχουν τα νεύρα τους, αλλά τους πιάνουνε τα γέλια.

Το χρειαζόμουνα αυτό το γραμματολογικό διάλειμμα, και νομίζω κι εσείς, «υποκριτές αναγνώστες, παρόμοιοί μου κι αδελφοί μου». Βαριέστησα με τα κάλαντα και τα πολιτικά λόγια και το πνεύμα των εορτών. Φεύγουν μεθαύριο και οι καλικάντζαροι, θα΄χουμε αναδουλειές. Εξάλλου δεν ήμουνα πάντοτε ένας ξυνομούρης στιφός και φαρμακόγλωσσος. Όπως μνημονεύει ο Μουφλουζέλης «εκτός από τον έρωτα μ’ άρεσει το μπουζούκι, μα εσύ στερείσαι καλλιτεχνικά».

 

[επιδιορθωμένο κείμενο του 2004]