Ο Ερτογρούλ Γαζή, πατέρας του Οσμάν, γενάρχη των Οθωμανών, έγινε κι αυτός τηλεοπτική σειρά, την οποία παρακολουθώ, μη και μου ξεφύγει καμιά κεραία από τα μεσαιωνικά στερεότυπα που κυκλοφορούν σε ταινίες, σειρές και παιχνίδια στον υπολογιστή.
Είτε γιαπωνέζικα, είτε μυθολογικά, είτε κέλτικα, τώρα και τούρκικα. Καρφώνομαι και τα βλέπω.
Η σειρά, είναι στο στύλ του «Σουλεϊμάν Κανονού», μιας σειράς παλαιότερης που ωστόσο έχει χαράξει βασικές γραμμές του παράξενου αυτού λαού (δεν έχω άλλο βολικό επίθετο). Ό,τι και να ιδείς σχετικό, διαθέτει μερικές σταθερές, είτε ήταν για τον Σουλεϊμάν είτε για τον Μεχμέτ τον Πορθητή.
Ακαδημαϊκή επικάλυψη (όπως λέμε «επικάλυψη σοκολάτας») ασίγαστη αντιπάθεια, μίσος και προγραφές προς οτιδήποτε «δυτικό», με προεξάρχοντες τους Βενετούς, τους Ναΐτες ιππότες και ο,τιδήποτε μοιάζει σταυροφορικό, συνήθως ευμενής ουδετερότητα προς Ρωμιούς, ειδικά αυτούς που είναι μέλη της οθωμανικής γραφειοκρατίας, σαν τον περιώνυμο Πάργαλη.
Μεσαιωνικού θεματολογίου ταινίες εμφανίζουν οι Νεότουρκοι, πολλές οι Βούλγαροι παλαιότερα και με δημιουργική ασάφεια, όλοι όλοι οι βαλκανικοί λαοί. Εκτός από εμάς που θεωρούμε τον μεσαίωνα θαυμάσια ευκαιρία να φορέσουμε σατέν καμιζόλες.
Οι μάχες και οι συρράξεις δεν είναι πάντοτε του πεταμού, οι σταυροφόροι με τις μονότονα όμοιες στολές συνήθως σκοτώνονται σαν τις μύγες, πράγμα όχι ακριβές, οι χριστιανοί εκκλησιαστικοί άρχοντες, απλά γλοιώδεις, οι γυναίκες ηθοποιοί ποικίλουν από μοντέλα βεργολυγερά ερωτευμένα με γαζήδες και φυλάρχους έως ευτραφείς μεσήλικες θυμόσοφες, ενώ οι χριστιανές και οι παγανές σύντροφοι των εχθρών του ήρωος είναι βαλτά σιχάματα βυσσοδομίας.
Ειδικά ο Ερτοργούλ, είναι ο τέλειος παίδαρος, αδικημένος από την καμαρίλλα της Φυλής του Σουλεϊμάν Σαχ, που μια πηγή, ο Φραντζής τον θέλει γιό Κομνηνού με το προσωνύμιο «Τζελεμπής» αλλά αυτά δεν υπάρχουν στο σενάριο. Επίσης τον θέλουν για σύζυγο, αλλά αυτός θέλει την Χαλιμέ Χατούν, σουλτανίτσα ενός κύρι των Σελτζούκων με την οποία θα γεννήσουν τον Οσμάν και θα αποθάνουν σε βαθιά γεράματα.
Η παραγωγή του Ερτογρούλ είναι σχετικά φτηνή, καθώς τα σκηνικά είναι γιούρτες και τα προπς από φερέοικους πολιτισμούς, ενώ τα κάστρα, όπως των Σελτζούκων και των σταυροφόρων, κυρίως εσωτερικά, κι ο ήρωας δεν λέει να βγάλει από το πετσί του μια πέτσινη φολιδωτή πανοπλία και πολεμάει ασκεπής.
Σε ένα τους βγάζω το καπέλο: ο Ανδαλουσιανός σοφός που υπάρχει, μετέχει σε κάτι ωραία σούφικα-κουφικά-μυστικά δρώμενα, ενώ άρτια είναι τα των κηδειών, των προσευχών και της επίκλησης στον Αλλάχ, καθ΄όσον οι προ-Οθωμανοί, τανύν Σελτζούκοι και τουρκμένοι, δεν είναι ακριβώς πιστοί μουσουλμάνοι, όπως τους έζησε ο δυτικός κόσμος αργότερα.
Τεχνικά, οι κακοί ήρωες είναι κάκιστοι και οι καλοί αγγελούδια. Το φαινόμενο θα τραβήξει κι άλλο και δεν έχει καμία σχέση με το ιρανικό σινεμά ή και το αιγυπτιακό. Περιέχει μια υπερβολική δόση πτωχαλαζονείας.
Βέβαια, η νέα Ελλάς δεν διανοείται να φτιάξει μια ιστορική ταινία της προκοπής. Την αρχαιότητα την αφήσαμε σε ψηφιακά μπαρμπαδέλια τύπου «300» ενώ παράλληλα ανεβάζουμε και κωμωδίες-τραγωδίες όπου ίστανται οι ηθοποιοί κολώνες κοκκαλώμένες και απαγγέλουν μεταφρασμένους τραγικούς, ενώ δεν υπάρχει μήτε μία (ελπίζω να λαθεύω) κριτική για τις συνέπειες των Δελφικών εορτών, ξέρετε πότε.
Σε ένα σημείο είμαστε πιο δραστικοί: στην προεδρική φρουρά, που κερδίζει εις εντυπώσεις, ενώ στο γεωτονικό αντίστοιχό τους, στο Σογούτ και την Προύσα, η τιμητική φρουρά στο μαυσωλείο του Ερτογρούλ είναι ντυμένη από το βεστιάριο της τηλεοπτικής σειράς, ήτοι «αλπ» της Φυλής των Καγί.
Κάθε λαός και η λαογραφία του, ή ορθότερα, καμιά δεκαριά λαογραφίες κολλημένες η μία στην άλλη μη και ξενερίσουν σε αλλωνών κουλτούρες.
Αλλά τα ψαθάκια συνοδευμένα με τσαρούχια, των κορφιατών, σε συνδυασμό με το ατίμητο γελέκο τους, δείχνει πως δίπλα στον αγαθό λαογράφο, καραδοκεί ο φαντασιόπληκτος ανακατωσούρης.