Είμαι στο φορείο. Στο ράντζο. Στο ρυθμιζόμενο κρεβάτι της εντατικής. Είμαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου. Σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου. Είμαι ξαπλωμένος σε ένα στρώμα και μου κάνουν μασάζ. Είμαι μπρούμυτα. Είμαι ανάσκελα πάνω σε ένα στρώμα θαλάσσης. Είμαι ανακούρκουδα στην εξοχή και χαίζω ανάμεσα στους θάμνους. Πλένω τα χέρια μου στην τουαλέτα ενός μπόινγκ που με πάει στη Μελβούρνη. Ξυρίζω το πρόσωπό μου σε έναν καθρέφτη στο Βαλπαραΐσο. Στον ξενώνα της Ραψάνης. Σ’ ένα δωμάτιο στη Σύμη. Έφτασα μόλις με το καράβι. Πρόλαβα το τρένο, κι έπιασα ένα βαγκόν λι στο Ακρόπολις. Είμαι σε μια κλινάμαξα και πάω για Παρίσι. Κατεβαίνω στο Βίλνιους και παίρνω μια λιμουζίνα εξάμετρη με έξι κορίτσια κι επτά ποτήρια σαμπάνιας. Είμαι αυτός που δοκιμάζει μια καρέκλα με ηλεκτρικό μασάζ στο Σάο Πάολο. Ο επίμονος καπνιστής που προσφέρει τη γόπα του στον Κλίντον, έξω από ένα τζαζ μπαρ στο Βίλατζ, στις δύο η ώρα τα μεσάνυχτα. Είμαι αυτός που κόβει ένα εισιτήριο για το μουλτιπλεξ σινεμά στο Βερολίνο. Ο αποσυνάγωγος.
Σηκώνομαι στη βροχή και τρέχω. Τρέχω να προλάβω το αστικό νούμερο ένα από την κεντρική πλατεία της Λάρισας με κατεύθυνση τα Παλιά Σφαγεία στη Δημοτική ραδιοφωνία Λάρισας. Αυτός που είναι σε ένα ταξί με άλλους τρεις για να πάει σε ένα κλαμπ στο Σικάγο. Είμαι ο νυκτερινός επισκέπτης που κάνει σχεδόν μέρα παρά μέρα τη διαδρομή Νέα Σμύρνη-Κηφισιά με μεταμεσονύκτιο ταξί. Που παίρνει το μετρό νούμερο δύο στη Ρώμη. Τον περιφερειακό Λάρισας-Κοζάνης. Τις μικρές αποστάσεις. Το ασανσέρ από το ισόγειο στον πρώτο. Αυτός που πάει από την κρεβατοκάμαρα στο σαλόνι και τούμπαλιν. Αυτός που βηματίζει στη βεράντα με κατεβασμένες τις τέντες και κατουράει τις γλάστρες με τα ριχοσπέρματα και τα γιασεμιά. Ο ουρών σε εισόδους πολυκατοικιών. Αυτός που χτυπάει τα κουδούνια στην τύχη και κλέβει τις επιστολές και τα περιοδικά.
Είμαι αυτός που δεν έχει κλειδιά. Διαβατήριο. Μετρητά κι έχει ένα ζευγάρι παπούτσια αθλητικά και δυο ζευγάρια κάλτσες. Είμαι αυτός που ξημερώνεται σε μια άγνωστη πόλη: Ναύπλιο, Καβάλα, Χανιά, Ερατεινή, Πύλο, Μεσάγγαλα, Άδενδρο. Είμαι ο ποδηλάτης των ασυρματιστών, με την κίτρινη φόρμα και τα πέδιλα σε ένα στύλο της ΔΕΗ. Είμαι το παιδί που φέρνει το δίσκο με τα αναψυκτικά σε ένα θερινό σινεμά της δεκαετίας του εξήντα. Ο Καραγκιοζοπαίχτης στο Φρούριο. Ο λούστρος που είδα φευγαλέα από το τουριστικό πούλμαν στα Σκόπια. Ο παίκτης ρουλέτας στο καζίνο της Μαγιόρκας, της Ρόδου και του Λασβέγκας. Ο λιμοκοντόρος στην ιδιωτική πλαζ στο Βιαρέτζιο. Ο ιπτάμενος συνοδός σας στα υπερατλαντικά ταξίδια. Είμαι μια μπάλα του γκολφ. Το παιδί της πισίνας στο Θέρμαι Σύλλα. Ο χοντρός κύριος στην παραλία της Ηρακλειάς. Αυτός που ανάβει κερί στη μονή Σταυρονικήτα. Ο κεκαρμένος της Κορίνθου, της Άρτας και της Κομοτηνής.
Είμαι ο φωτογράφος χωμένος μέσα στο μαύρο πλεκτό. Το πλαγκτόν του Αιγαίου. Είμαι ο γυμνιστής κάτω από την Χοζοβιώτισσα στην Αμοργό. Αυτός που μερακλώνεται σε κουτούκια με τον Μητσάρα να παίζει μπουζούκι με τον Αλτή στην Καισαριανή και την κυρία Ντάλη σε υπόγεια. Αυτός που περιμένει στην αποβάθρα της Ύδρας το δελφίνι για Πόρο. Αληθινά δεν ξέρω ποιος είναι αυτός που περιμένει το ταχύπλοο. Κατά τη γνώμη μου μπορεί απλώς να πηγαίνει στις Σπέτσες. Μου φαίνεται εξεζητημένο να ταξιδεύει κανείς από την Ύδρα στα Μέθανα, όντως ξαπλωμένος μετά από μπαλονάκι στην Γενική Κλινική απέναντι από το Μέγαρο Μουσικής στη Θεσσαλονίκη.
Συγγραφέας : Σωτήρης Παστάκας
Πηγή: www.bibliotheque.gr