Αξιέραστα, ώσπου να γενούν όλα ψηφιακά ελεγχόμενες προγραμματούκλες.
Τόσα χρόνια, στα Γιαννιτσά, δεν είχα ιδεί τόση δυστυχία.
Το ψαλίδι της μάνας μου
Γάλατα γαρ (γαργάλατα)
Σε εποχή όπου ένα καρδιακό επεισόδιο ελέγετο «συγκοπή» και ένα εγκεφαλικό «ταμπλάς»
Δεν φοβήθηκα την ακινησία, αλλά ήξερα τουλάχιστον έναν κωδικό για την Ζωή.
Δεν θα γλυτώσει κανείς
…για τη Δύναμη της Θέλησης
Χαρτονομίσματα έπρεπε να πεθάνει ο Καρτάλης για να δούμε στη γειτονιά
Αρκούσε μια πετσέτα περασμένη στον λαιμό κι ένα παγούρι από φελιζόλ
Είναι τρεις, ζωή να΄χουν. Έχω καιρό να τους δω.
Σκαρφάλωναμε στην αποθήκη, μετά στην γκαρσονιέρα και τσουπ πάνω στον τσιμέντο
Το μπούλινκ που υπέστην παιδί και χάρη στο οποίο πείσμωσα και έμαθα να υπάρχω
Οι γονείς μου έβλεπαν όνειρα. Πολλά.
Τριώδιο, κρεωφαγία, Τυρινή και Τσικνοπέμπτη
Η μητέρα μου πίστευε ότι αυτό συνέβαινε επειδή έπαιρνα ευλογία
1959 και στο χωριό δεν είχε έρθει μήτε το νερό καλά καλά
Να κοιτάω τα μάτια του ήθελα μόνο και ν’ ακούω τη φωνή του
πόσο απαλό πρέπει να είναι το κτύπημα στον ώμο όταν θέλει ο άνθρωπος κουράγιο
Το σκοτάδι είναι το τελευταίο υλικό που φοβάμαι. Με εκείνο το αγγελικό και μαύρο είναι που τα χαλάμε.
Το παιδικό προσφάι
Παντού λουκέτα και συναγερμοί, να προστατεύουν τις στιγμές
πάνε πολλά χρόνια
-Βρήκα, Λίτσα, βρήκα!
«Πω, πω, τι όμορφος χαρχάγγελος!». Το πρώτο βαρύ ολίσθημα της γλώσσας!