Και ξαφνικά, όπως περπατάω, θυμάμαι παλιές ευτυχίες
Προσοχή στο κενό μεταξύ στατιστικής και ανθρώπου
Αυτή η ησυχία τόσες μέρες, δεν είναι γαλήνια
Η μουσική κοινωνία αναστέλλεται επ’ αόριστον
Η φαντασία μου στο μεταξύ οργιάζει
Μ΄αρέσει που περιμένουμε να μας βοηθήσουν με δανεικά κι αγύριστα
Δεν είχα καν ιδέα ότι εκείνο που πίστευα τότε άπνοια ήταν -τελικά- μελτέμι μπρος σ’ αυτό που ζούμε
Τα καπάκια των σπιτιών που γίνανε κατσαρόλες
Δεν υπάρχει πρόωρος θάνατος