• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Βραδυνό αποκάρωμα, Χαλκιδική.
Η ζωή στα χωριά 24/30
Πάνος Θεοδωρίδης | 24.04.2014 | 18:00
Πανηγυριστής εξ υμών επιστρέφων
 
Τίποτε δεν οξειδώνεται μέσα στη νοτιά των ανθρώπων περισσότερο από τα λεγόμενα έθιμα, ειδικά αυτά που έχουν ένα αναπαραστατικό ενδιαφέρον.
 
Η χώρα δεν είναι, παρά τα φαινόμενα, ένας χώρος τέλεσης παραδόξων δρωμένων ,όπου η κύρια ανάμνηση απο την κακιά τουρκοκρατία ήταν μιά παρενδυσία, ένα τέχνασμα για να γυρνουν τα παληκάρια απο το βουνό.
 
Σημασία έχει πως τα έθιμα εξελίσσονται και αυτο διακρίνεται σαφώς στην έκταση της εξέλιξης μιας ή δύο γενεών: ανοίγοντας τον «Αγιο Βάκχο» του Αλέξη Σολομού,ένα κομψο διαφωτιστικο βιβλίο γιά το θέατρο των μέσων χρόνων, δεν νομίζω πως υπάρχουν πλέον τα δρώμενα που συγκέντρωσε ο σκηνοθέτης μεταπολεμικά.
 
 
Το ίδιο ισχύει στις πανηγύρεις, ειδικά των καρναβαλιών. Στα τέλη της δεκαετίας του 50 η επίσκεψη στο μόνο υπαρκτό καρναβάλι της κεντρικής Μακεδονίας, στη Νάουσα, ήταν στην ουσία η παραμονή εν ασφυκτική ακινησία ενός πλήθους περιέργων που το διέρρεαν ,ωσάν κινούμενο νερό στον βάλτο, χαρούμενες παρέες που έτρεχαν χορεύοντας γύρω από ένα πάλκο.
 
Αυτά, η Κοζάνη και ο Σωχός ήταν τα γνωστά.
 
Τα «πειραγμένα» έθιμα έχουν κοινή καταγωγή την ιδέα μερικών κατοίκων χωριών, να αναστήσουν κάποια συνήθεια είτε από την κοιτίδα τους, είτε από κάποιο έθιμο που άκουγαν πως υπάρχει ή το έζησαν παιδιά.
 
Το τελευταίο που σκέφτονται, είναι η αυθεντικότητα. Εξάλλου πρόκειται για άγνωστο πεδίο ακόμη και για ειδικούς ερευνητές, όχι για ενθουσιώδεις ερασιτέχνες.
 
Η μουσική είναι διαφορετική, αφού πριν από διακόσια χρόνια το σπανιότερο όργανο στη χώρα ήταν το κλαρίνο.
 
Ο τρόπος που κινούνται, που εύχονται, που τραγουδούν και χαιρετούν, οι πορείες και τα γλέντια τους, «σκηνοθετούνται» είτε για πρακτικούς λόγους, είτε για να υπάρχει άνεση στα γυρίσματα.
 
Τα ίδια έθιμα, αν κληθούν να τα αναβιώσουν σε μια άγνωστη πλατεία, ή σε ένα θέατρο, πριν τους Θρακιώτες και μετά τους Θεσσαλούς,αναγκάζει τους πανηγυριστές να δεχτούν προλόγους και στοχασμούς ,όπως πριν έναν χορό, μια πλαστή «βόλτα» με στάμνες μπροστά σε μία βρύση, ή ένα «φλερτ» παλληκαριών και κοριτσιών που γλυκοκοιτάζονται .
 
Το κοινό λυώνει, αλλά το έθιμο δεν υφίσταται. Έχει επινοηθεί.
 
Περιττό να τονίσω πως αυτά τα θεατράλε, έχουν γίνει κανόνας διαβαλκανικός . Όλες οι χώρες και οι πόλεις Μικρασίας και Βαλκανίων υπακούουν σε αυτόν τον φεστιβαλισμό.
 
Ο μεγάλος όγκος δρωμένων, που εντούτοις είναι απλά και συσπειρωτικά, είναι τα κοινά γεύματα, των κατοίκων του χωριού, προσκυνητών και φίλων. Αν περιέχουν μουσική, λέγονται και πανηγύρια.
 
Ενίοτε συνδυάζονται με εσπερινούς ή συλλείτουργα προσκυνήσεις και λιτανείες, η απλώς γιορτάζει ένα ξωκκλήσι της περιοχής.
 
Παράδειγμα τρομερό, η Κέρκυρα που έχει πάνω από εκατό πανηγύρια στο νησί. Αλλά είναι πλέον κάπως δύσκολο να υπάρχει ένα «ιδιόλεκτο» σε αυτά, για έναν πρακτικό λόγο: εκατό πανηγύρια, εξυπηρετούνται απο τρείς, άντε τέσσερις μουσικές κομπανίες.
 
Τα πανηγύρια διακριτά, το πρόγραμμα ισοπεδωτικά όμοιο.
 
Επιπλέον, υπάρχει άλλη μια πρόσχωση: Πλήθος χορών του νησιού απαιτεί είτε ειδικά ντυμένον όμιλο χορευτών,είτε να τραγουδάνε παρέες τις έξοχες μελωδίες ως κανταδόροι ή βαρκαρολιστές, είτε οι πάντες χορεύουν έναν κυκλωτικό, πυκνωτικό και πανομοιότυπο συρτό.
 
Ο χορός αυτός βολεύει τους πανηγυριστές να μπαινοβγαίνουν στο γιορτάσι.
 
 
Σε άλλα μέρη της χώρας ο τραγουδιστής και η κομπανία του είναι ο κύριος κράχτης της γιορτής.
 
Το μεγαλύτερο βάρος της οργάνωσης το κρατούν οι τοπικοί σύλλογοι.
 
Είναι φοβερό συμπίλημα από εσωκομματικές ή απλά κομματικές ισορροπίες, αλληλοκατηγορίες και ζητήματα που τους κρατάνε όλους στην τσίτα. Κανονικά θα έπρεπε κάθε χωριό να διαθέτει εθελοντές και εκπαιδευμένους οργανωτές, αλλά ο στόχος των περισσότερων είναι να μπούνε δραστήριοι σε έναν σύλλογο και μετά,έτσι και τον προεδρεύσουν, να ανέλθουν σε κάποιο συμβούλιο, με απώτατο στόχο μια δημαρχία ή ένα πολιτικό πόστο.
 
Όριο της φιλοδοξίας είναι η «στολή». Υπάρχει στολή «αυτοδιοίκησης» και στολή «πολιτευτή». Προηγουμένως, όλοι φορούν κανονικά ρούχα και είναι απλώς πιο γαλίφηδες ή φλύαροι.
 
 
Παρά τις αντιρρήσεις και τα «αλλά», μου αρέσουν έστω και παραμορφωμένα, αυτά τα τελετουργικά και τα έθιμα.Λατρεύω ιδίως τα κουρμπάνια και το πλαστικό κεσεδάκι που σου βάζουν τον μεζέ ή το φαγητό, και η συμμετοχή όλων στην ευωχία, ευωχία που κάθε χρονιά που περνάει, σάμπως φαίνεται πιο χαλαρή, πιο ξεκούδουνη, αλλά η παραμονή και η κατοικία σε ένα χωριό είναι από μόνη της ένα ατίμητο παράσημο στο πουκάμισό σου, σαν εκείνα τα χαρτάκια των τοπικών εράνων...
 
Κι αν είσαι τυχερός και του Προφήτη Ηλία σε χτυπήσει το φεγγαράκι, και η ψυχρούλα του νυχτωμένου λοφου, αισθάνεσαι ως περιηγητής σε μιά άγνωστη χώρα, επιθυμώντας να μνημονεύσεις το στίχο του Μανουήλ Φιλή:
 
πανηγυριστής εξ υμών επιστρέφων...