• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Στο κατώφλι
Πάνος Θεοδωρίδης | 07.10.2016 | 04:06
Ο παπάς κι ο δικαστής έτυχε και συναντήθηκαν στο κατώφλι της γιούρτης του ηγεμόνα. Καθώς τους απέτιαν φόρο τιμής ελβετοί μισθοφόροι, ευζωνάκια και ρομποκόπ, κοιτάχτηκαν απλώς στα μάτια, μισόκλεισαν τα δικά τους ,ένδειξη εύνοιας και αλληλοπεριχώρησης και έγειραν τις κεφαλές με αμοιβαία κατάνυξη.
 
Όχι, δεν ήταν ο πατριάρχης Καλέκας και ο καθολικός κριτής Αρμενόπουλος.
 
Μήτε ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και ο πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας Σακελλαρίου.
 
Μήτε κάποιοι υποδυόμενοι ρόλους, από την ζείδωρο παράδοση της σόουμπιζ, όπως ο δικαστής Ντρέντ και ο καλόγερος Τακ.
 
Ήταν βέβαια παροδικοί, αλλά ως προς την διαχρονία των θεσμών που υπηρετούσαν.
 
Ήταν μόνιμοι και απαραίτητοι στον ηγεμόνα και στον διακονιάρη, υπηρετώντας την Θεία Πρόνοια και την Θεία Δίκη.
 
Άοπλοι περαστικοί στην αμμουδιά της Σκιάθου, που όλοι εγνώριζαν ως Λαλάρια και δεν υπήρχε τουρίστας που να μη την απογυμνώσει από ένα αναμνηστικό κατάλευκο βότσαλο. Εκεί όπου έσβησε η Φραγκογιαννού, μεταξύ θείας και ανθρωπίνης δικαιοσύνης.
 
Δεν ήταν σύνηθες να προσκληθούν στην γιούρτη του ηγεμόνα και μάλιστα καπάκι ο ένας μετά τον άλλον. Αλλά τίποτε δεν τους παραξένευε πλέον.
 
Είχαν αργασμένη, έμπυρη και έμπειρη συμπεριφορά, μακριά από τους χώρους της άσκησής τους, σε θυσιαστήρια και δικαστήρια.
 
Καθώς διασταυρώθηκαν τα βλέμματά τους, ο καθείς έβλεπε από τα μάτια του άλλου, να παρελαύνουν ηγεμόνες που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν ακόμη κι όταν το πληρωμα του χρόνου θα ακυρώσει την φυσική τους παρουσία.
 
Από τα μάτια τους εκπήγαζε το είδωλο που εκπροσωπούσε ο Τίμων ο βριαρός, ο Σγκντούπατις ο ολίγος, η φαιδρά Αμαλασούνθα των Πηγαίων Βησσών, ο σοφός Αμίλκας και ο Σταυροκομνηνός, ο μπέης της Άκοβας και ο θάνης του Αγύρου, ο αμείλικτος Ντιριντάχτας και ο Τσουδερός των Πνευμάτων,
 
Εξάλλου, δεν ήταν μόνοι.
 
Πίσω από τον παπά, συνωστίζονταν αόρατες και μελαγχολικές , οι σκιές των ηγεμόνων που καταδιώχτηκαν, εξαπατήθηκαν, καρφώθηκαν στον τάκο κρατώντας το κομμένο τους κεφάλι,και κατέληξαν σε εκτελεστικά αποσπάσματα, σε διασυρμούς στον Ιππόδρομο, σε δωμάτια μπεκιάρηδων να τους φροντίζει το Ζερμπινιώ, συντάκτες απομνημονευμάτων και στοχαστές του τίποτε κάτω από ανδριάντες διακοσμημένους με σπρέι μετεφήβων.
 
Ο δικαστής έσερνε σκεπτομορφές ενόχων που αθωώθηκαν, αθώων που στιγματίστηκαν, θριάμβους του αισθήματος δικαίου που εξευμένισαν την λαϊκή οργή, εισαγγελείς που έλαμψαν πριχού τους πετάξουν στα αζήτητα και αναρίθμητους ήρωες ταινιών που νίκησαν το Κακό, το Αμετροεπές και το Τυραννικό, αφήνοντας ευχαριστημένες τις οικογένειες που έβγαιναν από τους σινεμάδες, αντιμετωπίζοντας την τρέχουσα φρεναπάτη της ζωής.
 
Και ο ηγεμόνας, μπορεί ο Τσιάνο ή ο Ντισραέλης, ο Νανάς και η Μεσσαλίνα, ο αυτοκτόνος Αίαντας ή ο Κορυζής, ο δοτός πρωθυπουργός του 2054 στην Μπουργκίνα Φάσο και ο έφηβος από τις δυτικές συνοικίες που θα γινόταν λησμονητέος αντιπρόεδρος μελλοντικής Βουλής, ξεφυλλίζει την ατζέντα της επικείμενης συνάντησης, μουρμουρίζοντας ακατάληπτα και παρακαλώντας το σύμβουλό του «αμάν, φέρτε μου ένα καφεδάκι, άγκωσα» ιδρώνοντας απο αγωνία τι του μέλλεται να διαβάσει στις αυριανές γαζέττες.